Η αιώνια Επιστροφή της Πλαστικής. (κείμενο μου στο βιβλίο του μεγάλου φίλου αειμνήστου ζωγράφου Μάρτιν Ντισλερ)

Αυτές τις μέρες κυκλοφορεί στα γερμανικά βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Koenig το κείμενο μου στο βιβλίο του μεγάλου φίλου αειμνήστου ζωγράφου Μάρτιν Ντισλερ. Επειδή το ελληνικό κοινό που ενδιαφέρεται για τέτοια κείμενα δεν μπορεί να τα βρει και να τα διαβάσει Σας το ανεβάζω ελληνικά. Παρα τον μοναχικο δρομο που γεννά στο μυαλό των συμπατριωτών μου η προσωπική πορεία μου ,προχωρω και Σας ενημερώνω.

Η αιώνια Επιστροφή της Πλαστικής.

Υπάρχουν καλλιτεχνες που η δουλειά τους δυναμώνει όλο και περισσότερο στον χρόνο και γίνεται σημαντική . Οι καλλιτεχνες αυτοί δεν είναι σαν διατοντες αστερες , δεν είναι πεφταστέρια που εμφανίζονται σαν φυσικα βεγγαλικά η αν θέλετε βεγγαλικά τ’ουρανου. Οι καλλιτεχνες αυτοί παρότι μπορούν να ξαφνιάζουν στην αρχή με το έργο τους και να προκαλέσουν ερωτηματικά και συζητησεις είναι σαν το παληο καλό κρασί : ο χρονος τους δυναμώνει τόσο πολύ ώστε είναι μεγάλη αισθητική , νοητική κι εννοιολογικη απόλαυση να τους ” γεύεσαι” μετα από καιρό . Σ’αυτους τους δημιουργους η φυσική τους απουσία κάποια στιγμή της ζωης δεν επηρεάζει το έργο τους γιατί το έργο τους από μόνο του είναι μια ζωντανή παρουσια,μια ζωντανή απόδειξη του βάθους και των αξιών της καλλιτεχνικης τους γλωσσας. Κανενας δεν μπορεί να εμποδίσει ένα γνήσιο έργο τεχνης να ξεφύγει από τις ταναλιες του εξωτερικού χρόνου και να επιβάλλει τον δικό του χώρο και χρόνο , αυτόν που κάνει το ίδιο το έργο τέχνης ναναι διαχρονικά επίκαιρο όπως οι κουβέντες ενός σοφού που έχουν διαρκές ενδιαφέρον γιατί έχουν γεννηθεί κι αναδυθεί μέσα από τα μυχια έγκατα μιας αλήθειας : αυτής που έζησε που βίωσε έντονα και αγωνιωδώς ο καλλιτέχνης στον καιρό της δράσης του. Της ειλοκρινειας του σε σχέση με τον εαυτό του. Γιατί μετά από όλα ακόμη και η έννοια της “αληθειας”αμφισβητήθηκε κι αμφισβητείται φιλοσοφικά αλλά και γενικά. Όμως κανεις δεν μπορεί ν’ αμφισβητήσει την ειλικρίνεια . Υπάρχει μια άγραφη σύμβαση που αφορά την ποιότητα του καλλιτέχνη με το έργο του : αυτή της ειλικρίνειας . Ακόμη κι αν αισθητικά η τεχνικά ένα έργο δεν παίρνει τις καλύτερες κριτικές αρτιότητας , εν τούτοις το αποτύπωμα του πάθους της ειλικρίνειας και το γνήσιο “άδειασμα” του εαυτού του στο έργο , δεν αμφισβητείται . Η δίψα για δημιουργία μπορεί κάλλιστα να ξεπεράσει αισθητικές διαφωνίες . Αν τώρα μπορούν να συνδυαστούν και τα δυο ακόμη καλύτερα γιατί υπάρχει κι αισθητική έρευνα και ιστορικό ιχνος και ειλικρίνεια ταυτόχρονα στο έργο τεχνης. Στα πλαίσια αυτά θεωρώ ότι ανήκει κι ο Μαρτιν Ντισλερ ο γεννηθείς στην Ελβετία αλλά με διεθνή παρουσία καλλιτέχνης ( Ζωγραφος, γλύπτης, συγγραφέας κλπ) . Τον γνώρισα για πολλά χρόνια προσωπικά πριν φύγει από την Ζωη. Συνεργάστηκα πολύ μαζί του , υπήρξαμε καλοί φίλοι και είχα την χαρά να τον δω να εργάζεται στα διαφορα ανα τον κόσμο ατελιέ του , να τον δω να εργάζεται πυρετωδώς κι ακούραστα για να δημιουργήσει ένα έργο που σήμερα όλοι πια συμφωνούν ότι ,όχι μόνο άντεξε στον χρόνο, όχι μόνο ο φυσικός θανατος του καλλιτέχνη δεν επηρέασε το έργο του , αλλά κυρίως το ίδιο το έργο είναι ένα καλό παράδειγμα καλλιτεχνικής συνέπειας και πλαστικής ηθικής , ικανό να βοηθήσει πολλούς νέους καλλιτεχνες που είναι λιγο δίχως προσανατολισμο στα πλαίσια τα διεθνή , με την επικοινωνία και το εμπόριο ν’απειλουν συχνά την ποιότητα της δημιουργικης πράξης . Για να γίνει όμως πιο κατανοητό ο,τι λέω ας ξεκινήσω από την εποχή που έδρασε και δούλεψε καλλιτεχνικά ο Μαρτιν Ντισλερ.

Η γενεαλογία μιας επιστροφής

Τα χρόνια του ’80 έθεσαν μεταξύ άλλων το θέμα της επιστροφής. Επιστροφή στην ξεχασμένη ή «απαγορευμένη» ζωγραφική ή γλυπτική. Επιστροφή σε μια πιο ταυτοτική διάσταση της εικαστικής έκφρασης, επιστροφή σ’ αυτό που ο εικαστικός λόγος υπήρξε εξ αρχής: ως παράσταση κι ως πλαστική (από το ελληνικό ρήμα πλάθω, που σημαίνει φτιάχνω κάτι με τα χέρια).

Όλος ο 20ος αι. ως την δεκαετία του ’80 χαρακτηρίστηκε από την επίδραση της avant-garde στην τέχνη. Δηλαδή απ εκείνη την πολεμική διάθεση εναντίον των fine arts, εναντίον της figuration (ως χαρακτηριστικό της παραστατικότητας) κι εναντίον της πλαστικής (ως «πλάθω τα υλικά), εναντίον της αφήγησης. Όλα ήταν υπέρ της θρυμματισμένης εικόνας, της θρυμματισμένης παραστατικότητας, ενώ την θέση των υλικών έπαιρνε πια το αντικείμενο στον χώρο, εσωτερικό ή εξωτερικό.

Η avant-garde στηρίχτηκε στην ιδέα της γραμμικής προόδου κι εξέλιξης. Η Ιστορία πήγαινε μόνο μπροστά και έμοιαζε να μην γυρίζει ποτέ πίσω. Ο Νίτσε με το φιλοσοφικό σφυρί του κι ο Καντ με τη θεωρία του περί συνεχούς διεύρυνσης, διέλυσαν κάθε «μιμητικό» παρελθόν στην τέχνη. Δεν διαφαινόταν στον ορίζοντα καμιά επιστροφή. Κι ο Ορφέας και ο Λωτ απαγορευόταν να κοιτάξουν πίσω τους.

Χρειάστηκε να έρθει μια σειρά από μαχητικούς νέους εικαστικούς, από διαφορετικές χώρες, όπως, μεταξύ άλλων, οι Jean-Michel Basquiat, Keith Haring, Julian Schnabel, Robert Longo, George Condo κ.τ.λ. στην Αμερική ή οι Robert Combas, Gérard Garouste στη Γαλλία ή η transavantguardia στην Ιταλία και οι Georg Baselitz, Markus Lüpertz στη Γερμανία κ.τ.λ. έτσι ώστε να τολμηθεί το απαγορευμένο: η επιστροφή.

Οι καλλιτέχνες αυτοί δεν φοβήθηκαν τις συνέπειες και αρνούμενοι την ιστορία του Ορφέα και του Λωτ, έστρεψαν το βλέμμα τους προς τα πίσω. «Επέστρεψαν» σ’ απαγορευμένους από την avant-garde, εκφραστικούς κι ιστορικούς τόπους. Μεταξύ αυτών, πρωταρχικό ρόλο είχε κι ο ελβετικής καταγωγής Martin Disler.

Επιστρεφοντας στο Μέλλον

Η «επιστροφή» του Μάρτιν Ντίσλερ δεν ήταν μια νοσταλγία του παρελθόντος. Αλλά ήταν κυρίως η απέραντη ελευθερία του να μπορεί να χρησιμοποιήσει για τα έργα του όλα τα εκφραστικά μέσα. Δεν υπάρχει απαγόρευση γι αυτόν. Δεν υπάρχει η απαγόρευση της avant-garde. Την αρνείται. Είναι ελεύθερος. Θέλει να ταξιδέψει στο παρελθόν κι να χρησιμοποιήσει ό, τι τον γοητεύει απ’ αυτό, στην υπηρεσία ενός ζωντανού παρόντος. Γι αυτό και στη δουλειά του υπάρχουν όλα τα ιστορικά στυλ αναμεμειγμένα δημιουργικά μέσα από τη βιωματική ματιά του. Δείτε τα γλυπτά που εκτίθενται στην παρούσα έκθεση. Έχουν κάτι που τα κάνει άχρονα. Έχουν στοιχεία από το παρελθόν, αλλά και απ’ το μέλλον, όπως μας το παραδίδουν εικόνες επιστήμης ή κι επιστημονικής φαντασίας. Θα μπορούσαν να’ ναι αρχαιολογικά ευρήματα, αλλά και κάτοικοι νέων πλανητών από το διάστημα. Υπάρχει μια ακραία ελευθερία στη γλυπτική πράξη του Μάρτιν Ντίσλερ. Υπάρχει μια υποκειμενική εικαστική κοσμογονία που ενσωματώνει το ανορθόδοξο, μεταμορφώνει το υβριδικό σε δημιουργία, ενώνει λογικό και παράλογο, την ταυτότητα και την καινοτομία, την ρίζα και την περιπλάνηση, την αισθητική και την μετα-αισθητική.

Η «επιστροφή» του Μάρτιν Ντίσλερ δεν είναι φοβία για το μέλλον ούτε ο πανικός για το καινούργιο. Είναι η βαθιά του επιθυμία να επιστρέψει στα πρωταρχικά στοιχεία κι υλικά της τέχνης, να τα ξανανοιώσει, να ξανακάνει διάλογο μαζί τους, να τα χρησιμοποιήσει ως βάση για ένα καινούργιο δυναμικό ξεκίνημα. Το μέλλον ονειρεύεται, επιθυμεί κι οραματίζεται ο Ελβετός καλλιτέχνης όταν επιστρέφει στις γλυπτικές ρίζες για να αντλήσει υλικό που θα δομήσει την εικαστική του γλώσσα. Και ποια είναι αυτά τα πρωταρχικά δομικά στοιχεία που θέλει να επανενεργοποιήσει και να επαναφέρει σε δράση του παρόντος ο Ντίσλερ; Είναι κυρίως η ίδια η γλυπτική πράξη ως γλυπτική, αλλά κι η χρήση των χρωμάτων και των υλικών. Ας τα δούμε ξεχωριστά.

Η αιώνια επιστροφή της πλαστικής

Ο όρος «πλαστική» προέρχεται απ’ το ελληνικό ρήμα «πλάθω» και σημαίνει φτιάχνω κάτι με τα χέρια, το επεξεργάζομαι, το μορφοποιώ χειρωνακτικώς. Στο ρήμα πλάθω εμπεριέχεται δηλαδή κινητικότητα της ύλης, δυναμική, ενέργεια, αλλά κι η βούληση του γλύπτη να δώσει μορφή στα υλικά του. Η πλαστική εμπεριέχει αφαίρεση (όπως μας λέει ο Αριστοτέλης) και μορφοποίηση. Ο καλλιτέχνης δίνει τη δική του μάχη με τα υλικά για να φτιάξει το έργο του. Ο Μάρτιν Ντίσλερ αφήνεται σ’ αυτή τη μάχη. Δεν πλησιάζει εγκεφαλικά τα υλικά του, αλλά αισθαντικά. Έτσι γεννιέται ένας περίεργος, έντονος, αγωνιώδης χορός με τα υλικά, τα χρώματα, τα όνειρα, τους εφιάλτες, την ποιητική έξαρση, τη γόνιμη φαντασία, τους φόβους, τον ερωτισμό, την ενσυναίσθηση. Ο καλλιτέχνης ακούει τις φωνές των υλικών, των χρωμάτων, των υπό γένεση μορφών, ακούει τις φωνές των δαιμόνων και των οραμάτων του. Κι οι φωνές αυτές τον γοητεύουν, τον μαγεύουν, τον προκαλούν, τον προσκαλούν σε μια διονυσιακή μέθη μυαλού και σώματος, σε έναν χορό αισθήσεων και νοημάτων. Πρόκειται για τη βαθιά εμπειρία της δημιουργίας. Για τη γονιμότητα της χαράς, του πόνου, της ανησυχίας, της οργής, της αβεβαιότητας, της αθωότητας, των ονειροπολήσεων, των παραισθήσεων, των υπαρξιακών και ταυτοτικών αναζητήσεων. Ο Μάρτιν Ντίσλερ βυθίζεται «γλύφοντας» στα βάθη του εαυτού της γλυπτικής, αλλά και του εαυτού του, στα βάθη του πλάθειν και του μορφοποιείν. Χάνει τον εαυτό του ταξιδεύοντας τόσο βαθιά, ωστόσο δεν πνίγεται. Ξαναβγαίνει στην επιφάνεια δημιουργώντας, μετά από κάθε πορεία ανάβασης-κατάβασης, και ένα καινούργιο γλυπτό. Οι δίνες της κόλασης δεν τον νικούν. Εξέρχεται νικητής με νέα έργα. Κάθε τέτοια εμπειρία αμείβεται και μ’ ένα τρόπαιο: το έργο τέχνης. Κοιτώντας τα γλυπτά του καλλιτέχνη, αμέσως βλέπουμε τα ίχνη της προαναφερθείσας διαδρομής. Μιας διαρκούς ασταμάτητης επιστροφής στην αρχή. Η «αιώνια επιστροφή» στην πλαστική ως βάση της γλυπτικής.

Ουράνιο και γήινο μαζί

Δεν παίζει με τα υλικά του ο Μάρτιν Ντίσλερ, δεν κάνει ασκήσεις φόρμας ή τεχνικής. Στα έργα του, μορφή και περιεχόμενο είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Δεν διαχωρίζονται. Υπάρχει μια οργανική σχέση του καλλιτέχνη με τα υλικά, τα χρώματα και τις μορφές που δημιουργεί. Είναι αυτά μέρος, όργανο του σώματός του, του διαρκώς ανοιχτού και διευρυνόμενου εαυτού του. Τη στιγμή τη πλαστικής δημιουργίας ο καλλιτέχνης πλάθει και πλάθεται. Νους και σώμα, ψυχή και πνεύμα δρουν ενωμένα, ως συνέργεια, ουρανιου και γήινου. Μεταφυσικό και υλικό είναι οι δύο όψεις του ενός, ιδίου πράγματος. Υπάρχει κίνηση κι ακινησία σ’ αυτή την «εμπαθή» δράση. Υπάρχει η βαθιά καλλιτεχνική επιθυμία για δημιουργία μιας νέας εικαστικής γλώσσας. Υπάρχει η υπαρξιακή ανάγκη να επανέλθουμε στην πρωταρχική χρήση χρώματος ως άμεσος τρόπος έκφρασης, ως μετωπικό συναίσθημα, ως διαχρονικότητα του σημερινού και του επίκαιρου, ως πυρετώδης σκέψη που φλογίζει το σώμα, ως στολίδι, ως σημείο αναφοράς, ως συντροφικότητα, διαφορετικότητα, ως κατοικία στον κόσμο. Γιατί το χρώμα δεν είναι μόνο ένα ερέθισμα αισθήσεων και νου, είναι επίσης ένας κόσμος από μόνο του, ως αντανάκλαση του εσωτερικού μας φωτός, αλλά κι ως ο καθρέφτης της συμπαντικής λάμψης. Κάθε χρώμα, έτσι όπως χρησιμοποιείται από τον Ντίσλερ, είναι ένα μικροσύμπαν, ένας μικρόκοσμος που ενσαρκώνει το μέγα σύμπαν και τον μεγάκοσμο.

Στα γλυπτά του Μάρτιν Ντίσλερ, υπάρχει ακόμα η μνήμη της ύλης. Εκεί που η ύλη υπήρξε ως μήτρα γέννησης, ως προστατευτική αγκαλιά, ως βάση σταθερότητας, ως εστία, ως προσφορά, εκεί και στα άδυτά της και στο μυστήριό της, βυθίζεται χωρίς καμιά αναστολή ο Ελβετός καλλιτέχνης κι ανασύρει ως αναδυόμενες μορφές τα έργα του.

Η οργανική συνέργεια ουράνιου και γήινου σημαίνει στον Ντίσλερ εμβάθυνση στη Φύση. Όχι για να μιμηθεί τη φυσική ανατομία. Όχι. Γιατί τα σώματα στα γλυπτά του είναι ή δίχως πόδια ή δίχως χέρια, κεφάλι κ.τ.λ. Πρόκειται για αλλοιωμένα ή λειψά σώματα. Συνεπώς δεν λειτουργεί η τέχνη του καλλιτέχνη ως φυσική μίμηση ή παράσταση. Δεν λειτουργεί ως κλασική φυσική ανατομία. Αντιθέτως, λειτουργεί ως μία κρυφή κι αθέατη φύση. Ή, αν θέλετε, αυτό που είναι κατ’ ουσίαν η φύση, ως κάτι που δεν φαίνεται, που αγαπά να κρύβεται όπως λέει κι ο Ηράκλειτος (φύσις κρύπτεσθαι φιλεί), ως κάτι που είναι ενέργεια, δύναμη, ύλη, μορφή, φως.

Αδειάζοντας την ζωή στην τέχνη

Παρατηρώντας τα γλυπτά του Μάρτιν Ντίσλερ, διαπιστώνουμε αμέσως ότι όχι μόνο οι μορφές τους είναι παραμορφωμένες σε σχέση με την κλασική ανατομία του σώματος, αλλά επίσης δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε την ηλικία, το φύλο ή τα εκφραστικά χαρακτηριστικά αυτών των γλυπτών. Τα σώματα είναι φυσικώς δυσανάλογα, άλλοτε μ’ υπερβολικά μεγάλες πατούσες ή πόδια, άλλοτε με υπερμέγεθες ή ασυνήθιστο κεφάλι, άλλοτε δίχως χέρια ή μ’ ακρωτηριασμένα μέλη, άλλοτε δίνοντας την αίσθηση ότι είναι πεπαλαιωμένα αρχαϊκά ευρήματα ή για κάποιους με πιο σύγχρονη ματιά, ότι είναι όντα από το διάστημα, από άλλους πλανήτες. Συχνά, δίνουν την αίσθηση ότι είναι άνθρωποι ή παράξενα ζώα σ’ εμβρυακή κατάσταση ή πάλι, απομεινάρια μιας ιστορικής καταστροφής. Άνθρωποι, όντα των σπηλαίων ή όντα μη ανθρώπινα, εξωγήινα. Υπάρχει κάτι σαν pre-human ή post-human σ’ αυτά τα γλυπτά. Ό, τι όμως και να θυμίζουν αυτά, έχουν ένα κοινό σημείο που τα χαρακτηρίζει: είναι ακίνητα. Πετρωμένα. Λες και σταμάτησαν τον χρόνο ή ο χρόνος της ζωής τους σταμάτησε διαμιάς. Όπως σε μια φυσική καταστροφή, όπως π.χ. αυτή της έκρηξης ενός ηφαιστείου, η λάβα ό, τι αγγίζει το πετρώνει στη στάση που το βρίσκει, έτσι και στο έργο του Μάρτιν Ντίσλερ η κίνηση σταμάτησε βίαια ή απότομα. Λες κι η τέχνη του έχει ανάγκη να πιει όλη τη ζωή. Λες κι η ζωη αδειάζει ολόκληρη στα γλυπτά του Ελβετού καλλιτέχνη. Ο καλλιτέχνης είναι ένα είδος δημιουργικού φονιά, μοιάζουν να μας λένε τα γλυπτά του Μάρτιν Ντίσλερ. Γιατί στηρίχτηκαν και δημιουργήθηκαν στο βίωμα, το πάθος, την εμμονή, το όραμα, τη φαντασία, την φλόγα της ζωικής έντασης, την αγάπη, την ομορφιά, τον πόνο, την χαρά. Η ανάγκη για δημιουργία είναι τόσο χαρακτηριστική στη δουλειά του καλλιτέχνη ώστε τέχνη και ζωή στην περίπτωσή του δεν διαχωρίζονται. Σαν τα συγκοινωνούντα δοχεία, η γόνιμη ενέργεια κυκλοφορεί από το ένα στο άλλο. Αλληλοτροφοδοτούνται.

Η εαυτική πολλαπλότητα

Ο Ντίσλερ είναι ένας ασταμάτητος, ακούραστος ταξιδιώτης μεταξύ σκότους και φωτός. Είναι ο ταξιδιώτης του θαυμάσιου της έντασης της ζωής. Γι αυτό και δεν παγιδεύεται ποτέ σ’ αισθητικές θεωρίες και κινήματα, τα οποία έχουν κατασκευάσει μια ιδέα της ομορφιάς. Προτιμά την αρτιότητα συχνά του μη όμορφου, του μη ισορροπημένου, του αν-ορθόδοξου, προτιμά ν’ αναζητά την ισορροπία ανάμεσα στο καθησυχαστικό όνειρο και τον εφιάλτη, στο μελαγχολικό και το χαρούμενο, στο ιδιο-φυές και το ετερο-φυές, στο αγωνιώδες και το ήρεμο, στο ειλικρινές και το τραγικό. Υπάρχει οπτική, νοητική και πλαστική λεβεντιά στα έργα του Μάρτιν Ντίσλερ. Κατ’ ουσία αυτά είναι ελαστο-οργανισμοί (elastoorganisms). Είναι γλυπτικές οντότητες που δεν κλείνονται ποτέ σε συγκεκριμένες, γνωστές φόρμες. Βρίσκονται λόγω της συνεχούς ελαστικότητάς τους σε μία συνεχή μορφική αυτοαναίρεση. Λειτουργούν ως πυρήνες ενέργειας και δύναμης, αλλά κι ως μηχανισμός αναίρεσης των γνωστών μορφών. Κι αυτό είναι το πλεονέκτημά τους. Πρόκειται για γλυπτά που δεν θυμίζουν με βεβαιότητα κάποια πολιτιστική μνήμη ή δεν μας προδίδουν κάποια συγκεκριμένη αναφορά. Είναι καθαρά elastoorganisms που συμπεριφέρονται ως μια μικρο-ολότητα. Είναι ευαίσθητη ύλη που πάνω και μέσα της μπορεί κι ενσαρκώνεται η τέχνη κι η ζωή στις πολλαπλές, αδιάλειπτες μεταμορφώσεις της. Είναι η εσωτερική πολλαπλότητα της τέχνης, η εαυτική πολλαπλότητα του ίδιου του καλλιτέχνη.

Δημοθένης Δαββέτας, Καθηγητής φιλοσοφίας της Τέχνης , διευθυντης του τμηματος “Ευρώπη” στο IESA στο Παρισι , διδάσκων στο Paris 4 στην Σορβόνη, ποιητής, συγγραφεας εικαστικός.