''Προς τους αναποφάσιστους'' (Ελεύθερος Τύπος 23.01.2015)

”Προς τους αναποφάσιστους”

Το ερώτημα του αναποφάσιστου ψηφοφόρου είναι συγκεκριμένο: Τι να κάνω; Ποιον να ψηφίσω; Αν ήταν ιδεολογικά με τον ΣΥΡΙΖΑ θα’ ταν κοντά του εξαρχής. Το ότι όμως ως τώρα δεν είναι σημαίνει ότι η ιδεολογία του σε γενικές γραμμές προσεγγίζει την κεντρώα πορεία. Τι τον βασανίζει; Από τη μία έχει απέναντί του μία Νέα Δημοκρατία που τον έχει πονέσει στην τσέπη, που τον έχει πονέσει μ’ αποφάσεις και πολιτικές επιλογές. Είναι πολλοί από τους αναποφάσιστους απογοητευμένοι, όπως (μου) λένε καθημερινά. Ποιες επιλογές, λοιπόν έχουν; Ή από αντίδραση να πάνε σ’ άλλο κόμμα, ή να ψηφίσουν κάποιο ιδεολογικά συγγενές με την κεντροδεξιά ή να μείνουν στο ίδιο. Στην πρώτη περίπτωση, θ’ αποδυναμώσουν τον δικό τους παραδοσιακό χώρο και θα δώσουν στον ιδεολογικό αντίπαλο την ευκαιρία να επωφεληθεί της αγανάκτησής τους και να νικήσει. Οι συνέπειες μιας τέτοιας απόφασης μπορεί να είναι οδυνηρές και για τους ίδιους και για τη χώρα. Γιατί μια άλλη πολιτική κουλτούρα θα πάρει την εξουσία. Μια άλλη αντίληψη, όπως ήδη έχει ανακοινωθεί, θα γυρίσει σε λογικές δημοσίου και κρατισμού. Θα γυρίσει δηλαδή προς τις εστίες της ως τώρα καταστροφής μας. Δεν το θέλουν όμως αυτό οι ψηφοφόροι αυτοί. Θέλουν αλλαγή. Θέλουν ελευθερία δράσης της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων. Και μια νοοτροπία δημοσίου δεν το επιτρέπει. Συνεπώς, δεν είναι ορθολογικό ούτε ωφέλιμο για τη χώρα μια μεταπήδηση ψηφοφόρων προς τον ΣΥΡΙΖΑ μόνο και μόνο για λόγους αγανάκτησης. Οι παλιοί Νεοδημοκράτες δεν είναι σαν πολλούς από τους παλιούς Πασοκτζήδες που κρύβονται στον ΣΥΡΙΖΑ μήπως και με τη νίκη του ξανακερδίσουν κάτι από τις παλιές «παρανομίες» τους.
Στη δεύτερη περίπτωση οι αναποφάσιστοι μπορεί να ψηφίσουν κάποιο συγγενές κόμμα κεντροδεξιάς αντίληψης. Όμως, αποδυναμώνουν και πάλι την παράταξή τους. Και σ’ αυτή την περίπτωση, άθελά τους, παίζουν το Συριζαίικο παιχνίδι. Θα συμβάλλουν δηλαδή έμμεσα στο ξήλωμα πολιτισμικών και ανθρωπιστικών αξιών που χρόνια η Νέα Δημοκρατία πρεσβεύει. Θα συνεργήσουν στην σχετικοποίηση, αποδυνάμωση, εννοιών όπως πατρίδα, θρησκεία, καινοτομία, ανταγωνιστικότητα, που πρεσβεύει ο ΣΥΡΙΖΑ. Και ξέρω ότι αυτό δεν το θέλουν.
Μένει η τρίτη περίπτωση: να μείνουν στην παράταξη. Κι ο θυμός; Η αγανάκτησή τους; Η πρότασή μου είναι να τη στρέψουν ψηφίζοντας νέους και παλιούς, αλλά ικανούς από την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας. Να ψηφίσουν όσα πρόσωπα μπορούν να φέρουν ένα νέο στυλ, μια νέα αισθητική, ένα νέο πολιτικό λόγο στη Νέα Δημοκρατία.
Είμαστε σε ώρα αλλαγών. Το ζούμε καθημερινά. Η κοινωνία το ζητά επιτακτικά. Ζητά νέες προτάσεις, νέους υπεύθυνους ανθρώπους για να’ μπουν μπροστά στις ανάγκες μιας νέας Ελλάδας, μιας νέας Ευρώπης. Και σ’ αυτό θα συνεισφέρουν πολύ οι προβληματισμένοι, (απογοητευμένοι, θυμωμένοι) οι οποίοι μπορούν να βοηθήσουν με την ψήφο τους, ώστε η χώρα να οδηγηθεί προς τη νοικοκυροσύνη και την πολιτική φερεγγυότητα. Με την ψήφο τους οι αναποφάσιστοι μπορούν να αλλάξουν πολλά στην ταραγμένη χώρα μας. Ας το κάνουν. Ας ακούσουν τη λογική και τη χρησιμότητα της οργής.

Δημοσθένης Δαββέτας

Το άρθρο μου όπως δημοσιεύθηκε από τον Ελεύθερο Τύπο σήμερα 23 Ιανουαρίου με θέμα ''Προς τους αναποφάσιστους''Το ερώτημα του αναποφάσιστου ψηφοφόρου είναι συγκεκριμένο: Τι να κάνω; Ποιον να ψηφίσω; Αν ήταν ιδεολογικά με τον ΣΥΡΙΖΑ θα’ ταν κοντά του εξαρχής. Το ότι όμως ως τώρα δεν είναι σημαίνει ότι η ιδεολογία του σε γενικές γραμμές προσεγγίζει την κεντρώα πορεία. Τι τον βασανίζει; Από τη μία έχει απέναντί του μία Νέα Δημοκρατία που τον έχει πονέσει στην τσέπη, που τον έχει πονέσει μ’ αποφάσεις και πολιτικές επιλογές. Είναι πολλοί από τους αναποφάσιστους απογοητευμένοι, όπως (μου) λένε καθημερινά. Ποιες επιλογές, λοιπόν έχουν; Ή από αντίδραση να πάνε σ’ άλλο κόμμα, ή να ψηφίσουν κάποιο ιδεολογικά συγγενές με την κεντροδεξιά ή να μείνουν στο ίδιο. Στην πρώτη περίπτωση, θ’ αποδυναμώσουν τον δικό τους παραδοσιακό χώρο και θα δώσουν στον ιδεολογικό αντίπαλο την ευκαιρία να επωφεληθεί της αγανάκτησής τους και να νικήσει. Οι συνέπειες μιας τέτοιας απόφασης μπορεί να είναι οδυνηρές και για τους ίδιους και για τη χώρα. Γιατί μια άλλη πολιτική κουλτούρα θα πάρει την εξουσία. Μια άλλη αντίληψη, όπως ήδη έχει ανακοινωθεί, θα γυρίσει σε λογικές δημοσίου και κρατισμού. Θα γυρίσει δηλαδή προς τις εστίες της ως τώρα καταστροφής μας. Δεν το θέλουν όμως αυτό οι ψηφοφόροι αυτοί. Θέλουν αλλαγή. Θέλουν ελευθερία δράσης της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων. Και μια νοοτροπία δημοσίου δεν το επιτρέπει. Συνεπώς, δεν είναι ορθολογικό ούτε ωφέλιμο για τη χώρα μια μεταπήδηση ψηφοφόρων προς τον ΣΥΡΙΖΑ μόνο και μόνο για λόγους αγανάκτησης. Οι παλιοί Νεοδημοκράτες δεν είναι σαν πολλούς από τους παλιούς Πασοκτζήδες που κρύβονται στον ΣΥΡΙΖΑ μήπως και με τη νίκη του ξανακερδίσουν κάτι από τις παλιές «παρανομίες» τους. Στη δεύτερη περίπτωση οι αναποφάσιστοι μπορεί να ψηφίσουν κάποιο συγγενές κόμμα κεντροδεξιάς αντίληψης. Όμως, αποδυναμώνουν και πάλι την παράταξή τους. Και σ’ αυτή την περίπτωση, άθελά τους, παίζουν το Συριζαίικο παιχνίδι. Θα συμβάλλουν δηλαδή έμμεσα στο ξήλωμα πολιτισμικών και ανθρωπιστικών αξιών που χρόνια η Νέα Δημοκρατία πρεσβεύει. Θα συνεργήσουν στην σχετικοποίηση, αποδυνάμωση, εννοιών όπως πατρίδα, θρησκεία, καινοτομία, ανταγωνιστικότητα, που πρεσβεύει ο ΣΥΡΙΖΑ. Και ξέρω ότι αυτό δεν το θέλουν. Μένει η τρίτη περίπτωση: να μείνουν στην παράταξη. Κι ο θυμός; Η αγανάκτησή τους; Η πρότασή μου είναι να τη στρέψουν ψηφίζοντας νέους και παλιούς, αλλά ικανούς από την παράταξη της Νέας Δημοκρατίας. Να ψηφίσουν όσα πρόσωπα μπορούν να φέρουν ένα νέο στυλ, μια νέα αισθητική, ένα νέο πολιτικό λόγο στη Νέα Δημοκρατία. Είμαστε σε ώρα αλλαγών. Το ζούμε καθημερινά. Η κοινωνία το ζητά επιτακτικά. Ζητά νέες προτάσεις, νέους υπεύθυνους ανθρώπους για να’ μπουν μπροστά στις ανάγκες μιας νέας Ελλάδας, μιας νέας Ευρώπης. Και σ’ αυτό θα συνεισφέρουν πολύ οι προβληματισμένοι, (απογοητευμένοι, θυμωμένοι) οι οποίοι μπορούν να βοηθήσουν με την ψήφο τους, ώστε η χώρα να οδηγηθεί προς τη νοικοκυροσύνη και την πολιτική φερεγγυότητα. Με την ψήφο τους οι αναποφάσιστοι μπορούν να αλλάξουν πολλά στην ταραγμένη χώρα μας. Ας το κάνουν. Ας ακούσουν τη λογική και τη χρησιμότητα της οργής. Δημοσθένης Δαββέτας

'' Ο εσωτερικός εχθρός'' (Παρασκήνιο 17.01.2015)

 ” Ο εσωτερικός εχθρός”

Οι πραγματικοί εχθροί είναι μέσα μας λένε οι σοφοί, από την Ελληνική αρχαιότητα, ως σήμερα. Η αλήθεια αυτή μπορεί κάλλιστα να αποδειχθεί στην σημερινή πολιτική πραγματικότητα της Γαλλίας. Έκπληκτοι οι Γάλλοι ανακαλύπτουν, μετά τις πρόσφατες σφαγές στην χώρα τους, ότι οι «τρελοί του Αλλάχ», όπως ονομάζουν οι ίδιοι τους φανατικούς Ισλαμιστές, δεν είναι σ άλλες χώρες, αλλά στο εσωτερικό της δικιάς τους. Και μάλιστα Γαλλικής υπηκοότητας. Αυτοί οι τρελοί μπορούν ανά πάσα στιγμή να χτυπήσουν καθοδηγούμενοι από ένα ασυγκράτητο μίσος για τη χώρα που γεννήθηκαν. Ο Γάλλος πρωθυπουργός τους ονόμασε εσωτερικούς εχθρούς, κι είναι τέτοιοι. Από το Παρίσι, την Λυών, την Ντιζόν κι άλλες πόλεις, οι εχθροί αυτοί που όλο και αυξάνονται ανεξέλεγκτα, απειλούν την Δημοκρατία, την ασφάλεια και την Ειρηνική ζωή της Γαλλίας. Λες και δεν χρειάζεται πια να σταλούν Γάλλοι, στρατιώτες στα εξωτερικά πολεμικά μέτωπα, μιας κι ο εχθρός εμφανίστηκε πια στο εσωτερικό. Κι εδώ είναι που πρέπει να’ναι προσεκτικοί οι πολιτικοί αρχηγοί. Θα πρέπει να ναι άκαμπτοι και σκληροί με τέτοιου είδους απειλές. Δεν είναι δυνατόν οι σφαγείς του Παρισιού να χουν είδη τρομοκρατικό παρελθόν και να μην παρακολουθούνται απ την αστυνομία. Δεν είναι δυνατόν να ακούγονται κηρύγματα μίσους από Ισλαμιστές ιερείς και να μην επεμβαίνει η Γαλλική δικαιοσύνη. έλεγαν οι Αρχαίοι μας πρόγονοι. Κι αυτό πρέπει να εφαρμοστεί. Η προληπτική ασφάλεια είναι αναγκαία. Η μετάνοια δεν φτάνει. Υπάρχουν τόσοι και τόσοι νέοι Γάλλοι από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες που φεύγουν για να ενταχθούν στις τάξεις του Τζιχάντ, στο Ιράκ και στη Συρία. Είναι πολλοί απ αυτούς που αποκεφαλίζουν τους ομήρους. Όταν επιστρέψουν στις χώρες τους είναι εν δυνάμει τρομοκράτες. Δεν μπορεί λοιπόν να μην λειτουργήσει η προληπτική ασφάλεια του κράτους. Ο ρόλος της Αριστεράς είναι εμπόδιο σ αυτή την πολιτική. Γιατί με την λογική της ανοχής της βάζει σε κίνδυνο την χώρα και τους πολίτες. Με την αιτιολογία ότι δεν μπορούμε όλα να τα ανακατεύουμε, δείχνει μια αδράνεια στην πρόληψη. Κι αυτή η στάση τροφοδοτεί την ακρότητα των εσωτερικών εχθρών, οι οποίοι, κρυμμένοι στις κοινότητες τους, ερμηνεύουν την Δημοκρατία ως αδυναμία. Είναι καιρός να προστατευτεί η Ευρώπη από τον εσωτερικό της εχθρό. Κι αυτό μπορεί να γίνει με την Παιδεία, τον πολιτισμό αλλά και με την κρατική πρόληψη.

Δημοσθένης Δαββέτας
Καθηγητής Πανεπιστημίου, εικαστικός, ποιητής
Σύμβουλος του Κύριου Αντώνη Σαμαρά σε θέματα πολιτισμού

Το άρθρο μου όπως δημοσιεύθηκε από το Παρασκήνιο το σάββατο 17 Ιανουαρίου με θέμα '' Ο εσωτερικός εχθρός''Οι πραγματικοί εχθροί είναι μέσα μας λένε οι σοφοί, από την Ελληνική αρχαιότητα, ως σήμερα. Η αλήθεια αυτή μπορεί κάλλιστα να αποδειχθεί στην σημερινή πολιτική πραγματικότητα της Γαλλίας. Έκπληκτοι οι Γάλλοι ανακαλύπτουν, μετά τις πρόσφατες σφαγές στην χώρα τους, ότι οι «τρελοί του Αλλάχ», όπως ονομάζουν οι ίδιοι τους φανατικούς Ισλαμιστές, δεν είναι σ άλλες χώρες, αλλά στο εσωτερικό της δικιάς τους. Και μάλιστα Γαλλικής υπηκοότητας. Αυτοί οι τρελοί μπορούν ανά πάσα στιγμή να χτυπήσουν καθοδηγούμενοι από ένα ασυγκράτητο μίσος για τη χώρα που γεννήθηκαν. Ο Γάλλος πρωθυπουργός τους ονόμασε εσωτερικούς εχθρούς, κι είναι τέτοιοι. Από το Παρίσι, την Λυών, την Ντιζόν κι άλλες πόλεις, οι εχθροί αυτοί που όλο και αυξάνονται ανεξέλεγκτα, απειλούν την Δημοκρατία, την ασφάλεια και την Ειρηνική ζωή της Γαλλίας. Λες και δεν χρειάζεται πια να σταλούν Γάλλοι, στρατιώτες στα εξωτερικά πολεμικά μέτωπα, μιας κι ο εχθρός εμφανίστηκε πια στο εσωτερικό. Κι εδώ είναι που πρέπει να’ναι προσεκτικοί οι πολιτικοί αρχηγοί. Θα πρέπει να ναι άκαμπτοι και σκληροί με τέτοιου είδους απειλές. Δεν είναι δυνατόν οι σφαγείς του Παρισιού να χουν είδη τρομοκρατικό παρελθόν και να μην παρακολουθούνται απ την αστυνομία. Δεν είναι δυνατόν να ακούγονται κηρύγματα μίσους από Ισλαμιστές ιερείς και να μην επεμβαίνει η Γαλλική δικαιοσύνη. έλεγαν οι Αρχαίοι μας πρόγονοι. Κι αυτό πρέπει να εφαρμοστεί. Η προληπτική ασφάλεια είναι αναγκαία. Η μετάνοια δεν φτάνει. Υπάρχουν τόσοι και τόσοι νέοι Γάλλοι από άλλες Ευρωπαϊκές  χώρες που φεύγουν για να ενταχθούν στις τάξεις του Τζιχάντ, στο Ιράκ και στη Συρία. Είναι πολλοί απ αυτούς που αποκεφαλίζουν τους ομήρους. Όταν επιστρέψουν στις χώρες τους είναι εν δυνάμει τρομοκράτες. Δεν μπορεί λοιπόν να μην λειτουργήσει η προληπτική ασφάλεια του κράτους. Ο ρόλος της Αριστεράς είναι εμπόδιο σ αυτή την πολιτική. Γιατί με την λογική της ανοχής της βάζει σε κίνδυνο την χώρα και τους πολίτες. Με την αιτιολογία ότι δεν μπορούμε όλα να τα ανακατεύουμε, δείχνει μια αδράνεια στην πρόληψη. Κι αυτή η στάση τροφοδοτεί την ακρότητα των εσωτερικών εχθρών, οι οποίοι, κρυμμένοι στις κοινότητες τους, ερμηνεύουν την Δημοκρατία ως αδυναμία. Είναι καιρός να προστατευτεί η Ευρώπη από τον εσωτερικό της εχθρό. Κι αυτό μπορεί να γίνει με την Παιδεία, τον πολιτισμό αλλά και με την κρατική πρόληψη.Δημοσθένης ΔαββέταςΚαθηγητής Πανεπιστημίου, εικαστικός, ποιητήςΣύμβουλος του Κύριου Αντώνη Σαμαρά σε θέματα πολιτισμού

Ο Δημοσθένης Δαββέτας στο ACTION24 13.01.2015

''To φάντασμα της μεταπολίτευσης'' (Ελεύθερος Τύπος 15.01.2015)

 ”To φάντασμα της μεταπολίτευσης”

Ως γνωστόν οι λέξεις είναι η εννοιακή εικόνα των πραγμάτων. Ακούγοντας τις μέρες αυτές τους εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ να μιλούν για τα προγράμματα και τις επιθυμίες τους, διαπιστώνω ότι οι λόγοι ή τα κείμενα τους, διακατέχονται από μια ρητορική μεταπολίτευσης. Οι φράσεις που χρησιμοποιούν διαπερνώνται από μια αφύσικη αισιοδοξία, από μια κορύφωση ‘’ ελπιδοφόρων’’ μηνυμάτων, τόσο ακραίων ώστε μπορεί εύκολα ν’ αναρωτηθεί για το αν έχουν κάποια σχέση με την πραγματικότητα. Το να διαλαλείς μεγαλόσχημα ότι όχι μόνο θα επιβάλλεις στους Ευρωπαίους την δική σου πολιτική αλλά και ακόμη ότι θα γίνεις πρωτοπόρος μιας πολιτικής μέσα στην Ευρώπη που θ΄ αλλάξει τον Μερκελισμό, ( όπως ευχαριστιούνται να λένε), αγγίζει τα όρια μιας επικίνδυνης αφέλειας. Όχι βέβαια ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν χρειάζεται αλλαγές και ανανεώσεις. Όμως αυτές έρχονται από τις κυρίαρχες δυνάμεις στο εσωτερικό της. Και τέτοιες δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν περιμένουν οι Ευρωπαίοι τον ηγετικό του λόγο για να κάνουν τις διορθωτικές τους κινήσεις. Αυτές έχουν ήδη ξεκινήσει. Μόνο που’ναι προς μια κατεύθυνση διαφορετική απ’ αυτήν που προτείνει η αξιωματική αντιπολίτευση της χώρας μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Γαλλία. Η λογική του ‘’ λεφτά υπάρχουν’’ πάνω στην οποία στηρίχτηκε ο Ολλάντ για ν΄ ανεβεί στην εξουσία, χρεοκόπησε. Ο Γάλλος πρόεδρος δεν τήρησε καμία από τις υποσχέσεις του. Κι αυτό γιατί η πολιτική του προσέκρουσε στην σκληρή πραγματικότητα. Ποια είναι αυτή; Η παγκοσμιοποίηση η οποία επιβάλλει έναν πιο ισχυρό ανταγωνισμό μεταξύ κρατών. Για να γίνει όμως μια χώρα ανταγωνιστική χρειάζεται μεταρρυθμίσεις που θα μειώσουν τον κρατισμό και θα κάνουν την επιχειρηματικότητα πιο ευέλικτη και δημιουργική, μέσα από την έρευνα, την καινοτομία και τις νέες τεχνολογίες. Κι αυτό υποχρεώθηκε να το δεχτεί ο Ολλάντ. Βάζοντας τον Μανουέλ Βαλς ως πρωθυπουργό της Γαλλίας, σηματοδότησε ταυτόχρονα και την αλλαγή πορείας. Ο Γάλλος πρωθυπουργός εναρμονίστηκε με την δημοσιονομική αυστηρότητα και παράλληλα αποκήρυξε ως «πεπαλαιωμένη» σύμφωνα με τα λόγια του την μαρξιστική λογική. Παρά τις αντιδράσεις των αριστερών τάσεων του κόμματος του συνέχισε και συνεχίζει τον «σοσιαλιστικό φιλελευθερισμό» του. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί και με τον ΣΥΡΙΖΑ; Ήδη πολλοί από τους αξιωματούχους του αλλάζουν τα λόγια και τις προτάσεις του. Όμως η μεταπολιτευτική ρητορική παραμένει ως ένα φάντασμα που απειλεί να οδηγήσει την χώρα μας σ΄ επικίνδυνα μονοπάτια. Σήμερα περισσότερο από ποτέ χρειαζόμαστε έναν πολιτικό λόγο ρεαλισμού, που θα ξεκινά από την φρασεολογία της ευρωπαϊκής ένωσης και θα δουλεύει στο εσωτερικό της γι΄ αλλαγές. Κι η ρητορική της μεταπολίτευσης είναι μια φυγή από την πραγματικότητα. Ας αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ την γλώσσα του, ας αλλάξει τον λόγο του για να μπορέσει να μην ζει με φαντάσματα, αλλά με την δυναμική του παρόντος. Αυτό είναι πολιτική υπευθυνότητα.

Δημοσθένης Δαββέτας

Το άρθρο μου όπως δημοσιεύθηκε από τον Ελεύθερο Τύπο σήμερα 15 Ιανουαρίου με θέμα ''To φάντασμα της μεταπολίτευσης''Ως γνωστόν οι λέξεις είναι η εννοιακή εικόνα των πραγμάτων. Ακούγοντας τις μέρες αυτές τους εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ να μιλούν για τα προγράμματα και τις επιθυμίες τους, διαπιστώνω ότι οι λόγοι ή τα κείμενα τους, διακατέχονται από μια ρητορική μεταπολίτευσης. Οι φράσεις που χρησιμοποιούν διαπερνώνται από μια αφύσικη αισιοδοξία, από μια κορύφωση ‘’ ελπιδοφόρων’’ μηνυμάτων, τόσο ακραίων ώστε μπορεί εύκολα ν’ αναρωτηθεί για το αν έχουν κάποια σχέση με την πραγματικότητα. Το να διαλαλείς μεγαλόσχημα ότι όχι μόνο θα επιβάλλεις στους Ευρωπαίους την δική σου πολιτική αλλά και ακόμη ότι θα γίνεις πρωτοπόρος μιας πολιτικής μέσα στην Ευρώπη που θ΄ αλλάξει τον Μερκελισμό, ( όπως ευχαριστιούνται να λένε), αγγίζει τα όρια μιας επικίνδυνης αφέλειας. Όχι βέβαια ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν χρειάζεται αλλαγές και ανανεώσεις.  Όμως αυτές έρχονται από τις κυρίαρχες δυνάμεις στο εσωτερικό της. Και τέτοιες δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν περιμένουν οι Ευρωπαίοι τον ηγετικό του λόγο για να κάνουν τις διορθωτικές τους κινήσεις. Αυτές έχουν ήδη ξεκινήσει. Μόνο που’ναι προς μια κατεύθυνση διαφορετική απ’ αυτήν που προτείνει η αξιωματική αντιπολίτευση της χώρας μας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Γαλλία. Η λογική του ‘’ λεφτά υπάρχουν’’ πάνω στην οποία στηρίχτηκε ο Ολλάντ για ν΄ ανεβεί στην εξουσία, χρεοκόπησε. Ο Γάλλος πρόεδρος δεν τήρησε καμία από τις υποσχέσεις του. Κι αυτό γιατί η πολιτική του προσέκρουσε στην σκληρή πραγματικότητα. Ποια είναι αυτή; Η παγκοσμιοποίηση η οποία επιβάλλει έναν πιο ισχυρό ανταγωνισμό μεταξύ κρατών. Για να γίνει όμως μια χώρα ανταγωνιστική χρειάζεται μεταρρυθμίσεις που θα μειώσουν τον κρατισμό και θα κάνουν την επιχειρηματικότητα πιο ευέλικτη και δημιουργική, μέσα από την έρευνα, την καινοτομία και τις νέες τεχνολογίες. Κι αυτό υποχρεώθηκε να το δεχτεί ο Ολλάντ. Βάζοντας τον Μανουέλ Βαλς ως πρωθυπουργό της Γαλλίας, σηματοδότησε ταυτόχρονα και την αλλαγή πορείας. Ο Γάλλος πρωθυπουργός εναρμονίστηκε με την δημοσιονομική αυστηρότητα και παράλληλα αποκήρυξε ως «πεπαλαιωμένη» σύμφωνα με τα λόγια του την μαρξιστική λογική. Παρά τις αντιδράσεις των αριστερών τάσεων του κόμματος του συνέχισε και συνεχίζει τον «σοσιαλιστικό φιλελευθερισμό» του. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί και με τον ΣΥΡΙΖΑ; Ήδη πολλοί από τους αξιωματούχους του αλλάζουν τα λόγια και τις προτάσεις του. Όμως η μεταπολιτευτική ρητορική παραμένει ως ένα φάντασμα που απειλεί να οδηγήσει την χώρα μας σ΄ επικίνδυνα μονοπάτια. Σήμερα περισσότερο από ποτέ χρειαζόμαστε έναν πολιτικό λόγο ρεαλισμού, που θα ξεκινά από την φρασεολογία της ευρωπαϊκής ένωσης και θα δουλεύει στο εσωτερικό της γι΄ αλλαγές. Κι η ρητορική της μεταπολίτευσης είναι μια φυγή από την πραγματικότητα. Ας αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ την γλώσσα του, ας αλλάξει τον λόγο του για να μπορέσει να μην ζει με φαντάσματα, αλλά με την δυναμική του παρόντος. Αυτό είναι πολιτική υπευθυνότητα.Δημοσθένης Δαββέτας

''Υβριδικοί Πόλεμοι'' (Παρασκήνιο 10.01.2015)

”Υβριδικοί Πόλεμοι”

Όταν η Ρωσσία συγκρούστηκε πολεμικά με την Γεωργία κι ύστερα με την Ουκρανία πολλοί μίλησαν για επιστροφή του «ψυχρού πολέμου». Όταν πάλι ο Ομπάμα κι η Αμερική κήρυξε τον πόλεμο κατά του Ισλαμικού χαλιφάτου, πολλοί εξίσου μίλησαν για πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας. Και στις δύο περιπτώσεις οι αυτοματισμοί της σκέψης παραπέμπουν σε εικόνες του παρελθόντος. Σκεφτόμαστε στην πρώτη περίπτωση πόλεμο πρακτόρων μεταξύ της KGB και της CIA, επεμβάσεις σε γειτονικές χώρες για συνετισμό (Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία), όλα τα ανάλογα που ΄χε δώσει η αντιπαράθεση Κρούτσεφ – Κέννεντυ. Στη δεύτερη περίπτωση σκεφτόμαστε μία Αμερικανική στρατιωτική επιχείρηση όπως αυτή στο Ιράκ και το Αφγανιστάν μετά την καταστροφή των διδύμων πύργων στις 11 Σεπτεμβρίου το 2001. Στρατιώτες τανκς αεροπλάνα υπερσύγχρονα όπλα, όλα στην υπηρεσία του «καλού» όπως είχε ονομάσει τις δράσεις αυτές ο Μπους νεώτερος εναντίον του «κακού» που ενσάρκωναν οι αντιδημοκρατικές δυνάμεις των Ισλαμιστών. Κι όμως ούτε το ένα συμβαίνει ούτε το άλλο παρά την υπάρχουσα ένταση. Τι έχει άραγε αλλάξει; Κατ’ αρχήν η Ρωσσία δεν είναι πια η Σοβιετική Ένωση. Δεν μπορεί να γίνει επανάληψη περιόδου 1945 – 1989. Γιατί ήταν τότε που ‘ρθε η Περεστρόικα. Αυτή άλλαξε πάρα πολύ τη φυσιογνωμία της Ρωσσίας γκρεμίζοντας το σοβιετικό μοντέλο. Κι ακόμη το Κρεμλίνο δεν είναι επικεφαλής κάποιας διεθνούς συμμαχίας υπό το πρίσμα μιας δομημένης ιδεολογίας ή ενός άλλου κοινωνικοοικονομικού συστήματος όπως ήταν η κομμουνιστική πρόταση. Δεν προτείνει συνεπώς η Ρωσσία καμία νέα πρόταση που να επιβάλλει μία διεθνή νέα τάξη.
Επιπλέον δε η καθημερινότητα της μοιάζει πολύ με την δυτική ενώ η οικονομία της είναι επίσης συγγενής. Συνεπώς ο Πούτιν, παρά την εικόνα του πρώην KGB πράκτορα δεν είναι ο γραμματέας κομμουνιστικού κόμματος που θα διαδεχτεί κάποιος Γκορμπατσόφ.
Αντίστοιχα τώρα, το Ισλαμικό κράτος δεν λειτουργεί όπως και η Αλ-κάιντα, ακόμα κι αν αυτή είναι παιδί του Μπίν-Λάντεν που οραματίστηκε το χαλιφάτο. Οι Ισλαμιστές του χαλιφάτου λειτουργούν διαφορετικά. Δεν κάνουν μετωπικούς πολέμους με στρατό, Χάνονται στο πλήθος κι εμφανίζονται ξαφνικά όπως εξαφανίζονται, προκαλούν μάχες εθνικές, θρησκευτικές, σε κράτη χαοτικά όπως η Συρία, Ιράκ, ή Λιβύη. Οι εξ αέρος βομβαρδισμοί τους χτυπούν αλλά αυτοί έμαθαν πια να ξεγλιστρούν και να ‘χουν λιγότερες απώλειες. Αναγκάζουν έτσι τους δυτικούς να μην μπορούν να τους βρουν (μία και δεν είναι τακτικός στρατός) κι έτσι σκέφτονται ότι μία μάχη στη γη είναι αναγκαία για το τελείωμα κάποιου πολέμου με τους τζιχαντιστές. Ο Ομπάμα δεν θέλει να ξαναπροχωρήσει όπως στο Ιράκ ή το Αφγανιστάν διότι νιώθει πώς ο εχθρός είναι ασύμμετρος και οι μάχες δεν είναι όπως ήταν πριν πραγματικές. Είμαστε πια αντιμέτωποι με υβριδικούς πολέμους. Ο Πούτιν και οι Ισλαμιστές είναι σπεσιαλίστες. Χρησιμοποιούν καμουφλαρισμένες στρατηγικές, με την ανθρωπιστική βοήθεια, την οικονομική τιμωρία, την επικοινωνία της πρόκλησης ή την προπαγάνδα κόβοντας κεφάλια αθώων πολιτών ή σκοτώνοντας μαζικά μέσα από την δημιουργία μαρτύρων του Ισλάμ που τινάζονται στον αέρα ως ανθρώπινες βόμβες ζωσμένοι με εκρηκτικά. Οι πόλεμοι πια δεν είναι όπως άλλοτε κλασσικοί. Είναι πιο πολύπλοκοι κι απρόσμενοι. Έχασαν την παραδοσιακή τους απλότητα κι οι αντίπαλοι είναι παρόντες – απόντες, θεατοί – αθέατοι, αρκετά πολύπλοκοι. Έτσι κι η Δύση είναι υποχρεωμένη να προσαρμοστεί συχνά στην υβριδική πολεμική πραγματικότητα. Θα ‘ταν καλό να μην ακολουθήσει, την στρατιωτική ατζέντα των τζιχαντιστών αλλά να βρει τρόπους για να μπορεί να προλαμβάνει τις καταστάσεις. Να επιβάλλει αυτή η ίδια την πολεμική ατζέντα. Χρειάζεται και η Δύση την υβριδική της πρακτική κάτι που έχει αρχίσει να γίνεται τώρα στους υβριδικούς πολέμους.

Δημοσθένης Δαββέτας
Καθηγητής Πανεπιστημίου, εικαστικός, ποιητής
Σύμβουλος του Πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά σε θέματα πολιτισμού

Το άρθρο μου όπως δημοσιεύθηκε από το Παρασκήνιο στις 10 Ιανουαρίου με θέμα''Υβριδικοί Πόλεμοι''Όταν η Ρωσσία  συγκρούστηκε  πολεμικά  με την Γεωργία κι ύστερα  με την  Ουκρανία πολλοί μίλησαν για  επιστροφή  του «ψυχρού πολέμου». Όταν πάλι ο Ομπάμα κι η Αμερική κήρυξε τον πόλεμο κατά του Ισλαμικού χαλιφάτου, πολλοί εξίσου μίλησαν για πόλεμο εναντίον της  τρομοκρατίας. Και στις  δύο περιπτώσεις οι αυτοματισμοί της  σκέψης παραπέμπουν σε  εικόνες του παρελθόντος.  Σκεφτόμαστε στην πρώτη  περίπτωση πόλεμο πρακτόρων μεταξύ της KGB και της CIA, επεμβάσεις σε γειτονικές χώρες για συνετισμό (Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία), όλα τα  ανάλογα που ΄χε δώσει η αντιπαράθεση Κρούτσεφ - Κέννεντυ. Στη δεύτερη περίπτωση σκεφτόμαστε μία  Αμερικανική στρατιωτική επιχείρηση όπως αυτή στο Ιράκ και το Αφγανιστάν μετά την καταστροφή των διδύμων πύργων στις 11 Σεπτεμβρίου το 2001.  Στρατιώτες τανκς αεροπλάνα υπερσύγχρονα  όπλα, όλα  στην υπηρεσία του «καλού» όπως  είχε  ονομάσει τις δράσεις αυτές  ο Μπους νεώτερος εναντίον του «κακού» που ενσάρκωναν οι αντιδημοκρατικές δυνάμεις των Ισλαμιστών. Κι όμως ούτε το ένα συμβαίνει  ούτε το άλλο παρά την  υπάρχουσα ένταση. Τι έχει άραγε αλλάξει; Κατ’ αρχήν η Ρωσσία δεν είναι πια  η Σοβιετική Ένωση. Δεν μπορεί να γίνει επανάληψη περιόδου 1945 – 1989. Γιατί ήταν τότε που ‘ρθε η Περεστρόικα. Αυτή άλλαξε  πάρα πολύ τη φυσιογνωμία της  Ρωσσίας  γκρεμίζοντας το  σοβιετικό μοντέλο. Κι ακόμη το Κρεμλίνο δεν είναι επικεφαλής κάποιας διεθνούς συμμαχίας υπό το πρίσμα μιας  δομημένης ιδεολογίας ή ενός άλλου κοινωνικοοικονομικού συστήματος όπως ήταν η κομμουνιστική πρόταση.  Δεν προτείνει συνεπώς η Ρωσσία  καμία  νέα πρόταση που να  επιβάλλει μία διεθνή νέα τάξη. Επιπλέον δε η καθημερινότητα της μοιάζει πολύ με την δυτική ενώ η οικονομία της είναι επίσης συγγενής.  Συνεπώς ο Πούτιν, παρά την εικόνα του πρώην  KGB πράκτορα δεν είναι ο γραμματέας κομμουνιστικού κόμματος  που θα  διαδεχτεί κάποιος Γκορμπατσόφ.Αντίστοιχα τώρα, το Ισλαμικό κράτος δεν λειτουργεί όπως και  η Αλ-κάιντα, ακόμα κι αν  αυτή είναι παιδί του Μπίν-Λάντεν που οραματίστηκε το χαλιφάτο. Οι Ισλαμιστές του χαλιφάτου λειτουργούν διαφορετικά. Δεν κάνουν μετωπικούς  πολέμους με στρατό, Χάνονται στο πλήθος κι εμφανίζονται ξαφνικά όπως εξαφανίζονται, προκαλούν μάχες εθνικές, θρησκευτικές, σε κράτη χαοτικά όπως  η Συρία, Ιράκ, ή Λιβύη. Οι εξ αέρος βομβαρδισμοί τους χτυπούν αλλά αυτοί έμαθαν πια να ξεγλιστρούν και να ‘χουν λιγότερες  απώλειες. Αναγκάζουν  έτσι τους δυτικούς να μην μπορούν να τους βρουν (μία  και  δεν είναι τακτικός στρατός) κι έτσι σκέφτονται ότι  μία  μάχη στη γη είναι αναγκαία για το τελείωμα κάποιου πολέμου με τους τζιχαντιστές.   Ο Ομπάμα δεν θέλει να ξαναπροχωρήσει όπως στο Ιράκ ή το Αφγανιστάν διότι νιώθει πώς ο εχθρός είναι ασύμμετρος και οι μάχες δεν είναι όπως  ήταν πριν  πραγματικές. Είμαστε πια αντιμέτωποι με υβριδικούς πολέμους. Ο Πούτιν και οι Ισλαμιστές είναι σπεσιαλίστες. Χρησιμοποιούν καμουφλαρισμένες στρατηγικές, με την ανθρωπιστική βοήθεια, την οικονομική τιμωρία, την  επικοινωνία της πρόκλησης ή την  προπαγάνδα κόβοντας κεφάλια αθώων πολιτών ή σκοτώνοντας μαζικά μέσα από την δημιουργία μαρτύρων του Ισλάμ που τινάζονται στον αέρα ως ανθρώπινες βόμβες ζωσμένοι με εκρηκτικά.   Οι πόλεμοι  πια  δεν είναι όπως άλλοτε κλασσικοί. Είναι πιο πολύπλοκοι κι απρόσμενοι. Έχασαν  την παραδοσιακή τους απλότητα κι οι αντίπαλοι είναι παρόντες - απόντες, θεατοί  - αθέατοι, αρκετά πολύπλοκοι. Έτσι κι η Δύση είναι υποχρεωμένη να προσαρμοστεί  συχνά στην υβριδική πολεμική πραγματικότητα. Θα ‘ταν καλό να  μην ακολουθήσει,  την στρατιωτική ατζέντα των τζιχαντιστών αλλά να  βρει τρόπους για να  μπορεί να προλαμβάνει τις καταστάσεις. Να επιβάλλει αυτή η ίδια την πολεμική ατζέντα. Χρειάζεται και η Δύση την υβριδική της πρακτική κάτι που   έχει αρχίσει να  γίνεται τώρα στους υβριδικούς πολέμους. Δημοσθένης ΔαββέταςΚαθηγητής Πανεπιστημίου, εικαστικός, ποιητήςΣύμβουλος του Πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά σε θέματα πολιτισμού

''Είμαστε σε πόλεμο πολιτισμών'' (Ελεύθερος Τύπος 11.01.2015)

”Είμαστε σε πόλεμο πολιτισμών”
Η σφαγή του Παρισιού έχει μια διπλή σημασία: Απ΄ τη μια πρόκειται για μια πράξη βαρβαρότητας, και από την άλλη πρόκειται για μια καθαρά πολιτική πράξη. Ως πράξη βαρβαρότητας στερείται ανθρωπιάς, στερείται του σεβασμού της ίδιας της ζωής.
Ως πράξη πολιτική φανερώνει το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Γαλλία και γενικώς η Ευρώπη. Το όραμα της Γαλλίας ήταν, από την εποχή της κυβέρνησης του Μιτεράν το 1981, η ενσωμάτωση των ξένων στη γαλλική πραγματικότητα. Έτσι άνοιξαν άπλετα τα σύνορα πιστεύοντας στην κοινωνιολογική άποψη ότι όταν ο άνθρωπος μορφωθεί θα μπορέσει να γίνει πολιτισμένος. Αυτή είναι μια βασική ιδέα του διαφωτισμού, η οποία υποστηρίζει ότι μέσα από την εκπαίδευση ο άνθρωπος μπορεί να προοδεύσει. Εκπαιδευτική αγωγή και οικονομική ισορροπία θεωρήθηκαν ικανοί παράγοντες για τη πρόοδο. Τα γεγονότα έρχονται όμως να διαψεύσουν αυτή την αντίληψη. Βλέπουμε ότι η ιδεολογία της θρησκείας στην ακρότατη μορφή της, όταν γίνεται φονταμενταλισμός, μπορεί και ξεπερνάει κάθε κοινωνιολογική ανάλυση και λογική. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί από τους τρομοκράτες είναι άνθρωποι με αγωγή και ανώτατη πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Ο θρησκευτικός φανατισμός δείχνει να είναι πιο ισχυρός από τον ορθό λόγο.
Η υποσχόμενη ενσωμάτωση των μεταναστών δεν έγινε ελεγχόμενα και το κοσμικό κράτος δεν βρήκε τρόπο να αντιμετωπίσει την αντίληψη του τζιχαντισμού. Πολλοί, και κυρίως αριστεροί, θα πουν ότι όλα αυτά έγιναν γιατί οι αμερικανοί επιτέθηκαν στο Ιράκ και οι γάλλοι στη Λιβύη, δηλαδή ότι η δύση ξεκίνησε τον πόλεμο. Αυτό είναι λάθος διότι η έννοια του πολέμου υπάρχει μέσα στην ίδια την έννοια του τζιχάντ. Όταν ο οποιοσδήποτε δεν είναι σαν κι εμάς, είναι εχθρός μας και τον χαρακτηρίζουμε άπιστο δείχνοντάς τον ως υποψήφιο θύμα. Έτσι η έννοια του τζιχάντ εμπεριέχει έναν θεολογικό ναρκισσισμό, μία ναρκισσιστική σωτηριολογία, η οποία δεν συνάδει με την έννοια της αγάπης που υπάρχει στη καρδιά των θρησκειών.
Είμαστε σε πόλεμο. Δυστυχώς η θεωρία του Σάμουελ Χάντιγκτον για σύγκρουση πολιτισμών επιβεβαιώνεται. Μόνη μας ελπίδα είναι να μας φωτίσει ο ορθός λόγος.

Το άρθρο μου όπως δημοσιεύθηκε από τον Ελεύθερο Τύπο στις 11 Ιανουαρίου με θέμα''Είμαστε σε πόλεμο πολιτισμών''Η σφαγή του Παρισιού έχει μια διπλή σημασία: Απ΄ τη μια πρόκειται για μια πράξη βαρβαρότητας, και από την άλλη πρόκειται για μια καθαρά πολιτική πράξη. Ως πράξη βαρβαρότητας στερείται ανθρωπιάς, στερείται του σεβασμού της ίδιας της ζωής. Ως πράξη πολιτική φανερώνει το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Γαλλία και γενικώς η Ευρώπη. Το όραμα της Γαλλίας ήταν, από την εποχή της κυβέρνησης του Μιτεράν το 1981, η ενσωμάτωση των ξένων στη γαλλική πραγματικότητα. Έτσι άνοιξαν άπλετα τα σύνορα πιστεύοντας στην κοινωνιολογική άποψη ότι όταν ο άνθρωπος μορφωθεί θα μπορέσει να γίνει πολιτισμένος. Αυτή είναι μια βασική ιδέα του διαφωτισμού, η οποία υποστηρίζει ότι μέσα από την εκπαίδευση ο άνθρωπος μπορεί να προοδεύσει. Εκπαιδευτική αγωγή και οικονομική ισορροπία θεωρήθηκαν ικανοί παράγοντες για τη πρόοδο. Τα γεγονότα έρχονται όμως να διαψεύσουν αυτή την αντίληψη. Βλέπουμε ότι η ιδεολογία της θρησκείας στην ακρότατη μορφή της, όταν γίνεται φονταμενταλισμός, μπορεί και ξεπερνάει κάθε κοινωνιολογική ανάλυση και λογική. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί από τους τρομοκράτες είναι άνθρωποι με αγωγή και ανώτατη πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Ο θρησκευτικός φανατισμός δείχνει να είναι πιο ισχυρός από τον ορθό λόγο. Η υποσχόμενη ενσωμάτωση των μεταναστών δεν έγινε ελεγχόμενα και το κοσμικό κράτος δεν βρήκε τρόπο να αντιμετωπίσει την αντίληψη του τζιχαντισμού. Πολλοί, και κυρίως αριστεροί, θα πουν ότι όλα αυτά έγιναν γιατί οι αμερικανοί επιτέθηκαν στο Ιράκ και οι γάλλοι στη Λιβύη, δηλαδή ότι η δύση ξεκίνησε τον πόλεμο. Αυτό είναι λάθος διότι η έννοια του πολέμου υπάρχει μέσα στην ίδια την έννοια  του τζιχάντ. Όταν ο οποιοσδήποτε δεν είναι σαν κι εμάς, είναι εχθρός μας και τον χαρακτηρίζουμε άπιστο δείχνοντάς τον ως υποψήφιο θύμα. Έτσι η έννοια του τζιχάντ εμπεριέχει έναν θεολογικό ναρκισσισμό, μία ναρκισσιστική σωτηριολογία, η οποία δεν συνάδει με την έννοια της αγάπης που υπάρχει στη καρδιά των θρησκειών. Είμαστε σε πόλεμο. Δυστυχώς η θεωρία του Σάμουελ Χάντιγκτον για σύγκρουση πολιτισμών επιβεβαιώνεται. Μόνη μας ελπίδα είναι να μας φωτίσει ο ορθός λόγος.

"Το τέλος του παιχνιδιού;" (Ελεύθερος Τύπος 08.01.2015)

 “Το τέλος του παιχνιδιού;”

Είναι ίσως η πρώτη φορά από την μεταπολίτευση ως σήμερα που ως ενεργός πολίτης, νοιώθω τόσο πολύ το βασανιστικό ερώτημα των συμπολιτών μου: ΝΔ ἠ ΣΥΡΙΖΑ; Σ’ άλλους καιρούς το δίλλημα θα ήταν διασκεδαστικό όπως σ’ ένα παιχνίδι με δυο παίκτες. Αυτή την φορά όμως η απειλή μπορεί να φτάσει ως το τέλος του παιχνιδιού για να θυμηθώ το ομώνυμο θεατρικό έργο του Σάμουελ Μπέκετ. Απειλείται το τέλος της Ευρωπαϊκής πορείας της χώρας. Πάλι κινδυνολογείτε θα πει ο δικηγόρος του διαβόλου; Θέλετε να τρομοκρατήσετε και να φοβίσετε τον κόσμο; Τίποτα απ’ όλα αυτά αναγνώστη. Ας δούμε τα πράγματα με λογική, αυτήν που προσέφερε γενναιόδωρα ο δημιουργός της ο Αριστοτέλης. Τι λέει λοιπόν η λογική; Από την μια πλευρά υπάρχει η Ευρωπαϊκή Ένωση με τους κανόνες της. Αυτοί ισχύουν για όλες τις χώρες που συμμετέχουν σ’ αυτήν. Υπάρχει επίσης το ευρώ. Κι από την άλλη μεριά υπάρχει ο ΣΥΡΙΖΑ που θέλει ν’ αλλάξει τους κανόνες και να επιβάλλει την δικιά του μαγική λύση. Τι λέει αυτή; Δεν πληρώνω τα χρέη μου. Γιατί είναι αδικία. Γιατί ο κόσμος υποφέρει. Είναι σωστό ότι ο κόσμος έχει ζοριστεί δυσβάστακτα τα τελευταία χρόνια με την κρίση. Και πρέπει να βρεθεί λύση σ΄ αυτό το αδιέξοδο. Τι θα γίνει όμως αν αρνηθούμε το χρέος με δικιά μας, μονομερή απόφαση; Η λογική λέει ότι το άλλο μέρος της συνδιαλλαγής θ΄ αρνηθεί από την μεριά του ότι έκανε ως τώρα, δηλαδή να δίνει χρήματα. Μ’ αποτέλεσμα να βυθιστεί η χώρα σε χάος και δυστυχία. Είναι αυτό κινδυνολογία; Όχι. Είναι η σκληρή πραγματικότητα. Είναι η Αλήθεια. Είναι αστείο να πιστεύουν οι ΣΥΡΙΖΑΙΟΙ ότι θα τους φοβηθούν οι Ευρωπαίοι. Είναι ανεύθυνο να παίζουν στα ζάρια την πατρίδα. Τότε ποια είναι αυτή η μεταφυσική πίστη του ΣΥΡΙΖΑ, ότι όλοι μαζί θα πείσουμε τους Ευρωπαίους ν’ αλλάξουν; Είναι η πίστη του στην λατρεία της εξουσίας. Ας πάρουμε την εξουσία λένε και βλέπουμε. Αν χρειαστεί να κάνουμε κωλοτούμπα θα πούμε ότι υποχρεωθήκαμε γιατί τάχε ήδη φτιάξει ο Σαμαράς και δεν μπορούσαμε να τ’ αλλάξουμε. Αν πάλι χρεοκοπήσουμε, θα πούμε στον κόσμο ότι μας εκβίασαν οι κακοί Ευρωπαίοι και μας τιμώρησαν. Άρα και στις δυο περιπτώσεις είμαστε πατριώτες δικαιωμένοι. Μόνο που και στις δυο περιπτώσεις μας φταίνε οι Άλλοι κι όχι εμείς. Κι ακόμη: και στις δυο περιπτώσεις η χώρα είναι χαμένη. Η Ελλάδα απειλείται με καταστροφή. Να λοιπόν που οδηγεί η λογική του ΣΥΡΙΖΑ. Στο πλήρες αδιέξοδο. Σε χειροτέρευση της αρχικής κατάστασης που θέλει να διορθώσει. Αντίθετα η ΝΔ δεν στηρίζει την μαγεία και προτιμά την πραγματικότητα όπως αυτή είναι διαμορφωμένη στην Ευρώπη. Δεν προσφέρει όνειρα επαναστάσεων και χρεωκοπημένες ελπίδες. Επιμένει στον δρόμο της καλής πίστης και συνδιαλλαγής με τους εταίρους. Πρόκειται για στάση υπεύθυνη που δεν βάζει σε κίνδυνο την Ελλάδα και τους Έλληνες. Τα δυο πρώτα χρόνια ήταν χρόνια σταθεροποίησης. Τα δυο επόμενα θα ταν αυτά της ανάπτυξης. Ο ΣΥΡΙΖΑ με την στάση στην εκλογή πρόεδρου σταμάτησε αυτό τον αναπτυξιακό δρόμο. Πρέπει να συνεχιστεί αυτός. Και για να γίνει αυτό πρέπει να επιτραπεί στην Ν.Δ. να ολοκληρώσει το έργο της. Κι ο Ελληνικός λαός μπορεί με την ψήφο του να της το επιτρέψει.
Δημοσθένης Δαββέτας

Το άρθρο μου όπως δημοσιεύθηκε από τον Ελεύθερο Τύπο σήμερα 8 Ιανουαρίου με θέμα "Το τέλος του παιχνιδιού;"Είναι ίσως η πρώτη φορά από την μεταπολίτευση ως σήμερα που ως ενεργός πολίτης, νοιώθω τόσο πολύ το βασανιστικό ερώτημα των συμπολιτών μου: ΝΔ ἠ ΣΥΡΙΖΑ; Σ’ άλλους καιρούς το δίλλημα θα ήταν διασκεδαστικό όπως σ’ ένα παιχνίδι με δυο παίκτες. Αυτή την φορά όμως η απειλή μπορεί να φτάσει ως το τέλος του παιχνιδιού για να  θυμηθώ το ομώνυμο θεατρικό έργο του Σάμουελ Μπέκετ. Απειλείται το τέλος της Ευρωπαϊκής πορείας της χώρας. Πάλι κινδυνολογείτε θα πει ο δικηγόρος του διαβόλου; Θέλετε να τρομοκρατήσετε και να φοβίσετε τον κόσμο; Τίποτα απ’ όλα αυτά αναγνώστη. Ας δούμε τα πράγματα με λογική, αυτήν που προσέφερε γενναιόδωρα ο δημιουργός της ο Αριστοτέλης. Τι λέει λοιπόν η λογική; Από την μια πλευρά υπάρχει η Ευρωπαϊκή Ένωση με τους κανόνες της. Αυτοί ισχύουν για όλες τις χώρες που συμμετέχουν σ’ αυτήν. Υπάρχει επίσης το ευρώ. Κι από την άλλη μεριά υπάρχει ο ΣΥΡΙΖΑ που θέλει ν’ αλλάξει τους κανόνες και να επιβάλλει την δικιά του μαγική  λύση. Τι λέει αυτή; Δεν πληρώνω τα χρέη μου. Γιατί είναι αδικία. Γιατί ο κόσμος υποφέρει.  Είναι σωστό ότι ο κόσμος έχει ζοριστεί δυσβάστακτα τα τελευταία χρόνια με την κρίση. Και πρέπει να βρεθεί λύση σ΄ αυτό το αδιέξοδο. Τι θα γίνει όμως  αν αρνηθούμε το χρέος με δικιά μας, μονομερή απόφαση; Η λογική λέει ότι το άλλο μέρος της συνδιαλλαγής  θ΄ αρνηθεί από την μεριά του ότι έκανε ως τώρα, δηλαδή να δίνει χρήματα. Μ’ αποτέλεσμα να βυθιστεί η χώρα σε χάος και δυστυχία. Είναι αυτό κινδυνολογία; Όχι. Είναι η σκληρή πραγματικότητα. Είναι η Αλήθεια. Είναι αστείο να πιστεύουν οι ΣΥΡΙΖΑΙΟΙ ότι θα τους φοβηθούν οι Ευρωπαίοι. Είναι ανεύθυνο να παίζουν στα ζάρια την πατρίδα. Τότε ποια είναι αυτή η μεταφυσική πίστη του ΣΥΡΙΖΑ, ότι όλοι μαζί θα πείσουμε τους Ευρωπαίους ν’ αλλάξουν; Είναι η πίστη του στην λατρεία της εξουσίας. Ας πάρουμε την εξουσία λένε και βλέπουμε. Αν χρειαστεί να κάνουμε κωλοτούμπα θα πούμε ότι υποχρεωθήκαμε γιατί τάχε  ήδη φτιάξει ο Σαμαράς και δεν μπορούσαμε να τ’ αλλάξουμε. Αν πάλι χρεοκοπήσουμε, θα πούμε στον κόσμο ότι μας εκβίασαν οι κακοί Ευρωπαίοι και μας τιμώρησαν. Άρα και στις δυο περιπτώσεις είμαστε πατριώτες δικαιωμένοι. Μόνο που και στις δυο περιπτώσεις μας φταίνε οι Άλλοι κι όχι εμείς. Κι ακόμη: και στις δυο περιπτώσεις η χώρα είναι χαμένη. Η Ελλάδα απειλείται με καταστροφή. Να λοιπόν που οδηγεί η λογική του ΣΥΡΙΖΑ. Στο πλήρες αδιέξοδο. Σε χειροτέρευση της αρχικής κατάστασης που θέλει να διορθώσει. Αντίθετα η ΝΔ δεν στηρίζει την μαγεία και προτιμά την πραγματικότητα όπως αυτή είναι διαμορφωμένη στην Ευρώπη. Δεν προσφέρει όνειρα επαναστάσεων και χρεωκοπημένες ελπίδες. Επιμένει στον δρόμο της καλής πίστης και συνδιαλλαγής με τους εταίρους. Πρόκειται για στάση υπεύθυνη που δεν βάζει σε κίνδυνο την Ελλάδα και τους Έλληνες. Τα δυο πρώτα χρόνια ήταν χρόνια σταθεροποίησης. Τα δυο επόμενα θα ταν αυτά της ανάπτυξης. Ο ΣΥΡΙΖΑ με την στάση στην  εκλογή πρόεδρου σταμάτησε αυτό τον αναπτυξιακό δρόμο. Πρέπει να συνεχιστεί αυτός. Και για να γίνει αυτό πρέπει να επιτραπεί στην Ν.Δ. να ολοκληρώσει το έργο της. Κι ο Ελληνικός λαός μπορεί με την ψήφο του να της το επιτρέψει.                                                                                     Δημοσθένης Δαββέτας

Το «ναυάγιο» και ο ΣΥΡΙΖΑ (Ελεύθερος Τύπος 02.01.2015)

Το «ναυάγιο» και ο ΣΥΡΙΖΑ

Η εκλογική περίοδος σηματοδοτήθηκε στο ξεκίνημα της από ένα δυσάρεστο γεγονός. Πρόκειται για την πυρκαγιά στο πλοίο “Norman Atlantic”, τους νεκρούς και τους αγνοούμενούς του. Το περιστατικό αυτό θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν μια θλιβερή μεταφορά. Το πλοίο είναι η χώρα που πηγαίνει στον προορισμό της: την Ευρώπη και το τέλος του μνημονίου. Και η φωτιά είναι το αποτέλεσμα κάποιων απρόσεκτων ανεύθυνων ενεργειών επιβατών που ταξιδεύουν. Τώρα αν οι επιβάτες είναι πάλι μια μεταφορά του ΣΥΡΙΖΑ, τότε εύκολα κάποιος μπορεί να κάνει τον παραλληλισμό. Εύκολα μια φυσιολογική πορεία της χώρας μπορεί να παρεκτραπεί από την πυρκαγιά. Και εδώ κάποιος μπορεί να ρωτήσει: μα είναι τόσο επικίνδυνα τα πράγματα; Μήπως κινδυνολογείτε; Δυστυχώς όχι. Δεν κινδυνολογώ. Απλά ακτινογραφώ και επισημαίνω την πραγματικότητα. Όταν έχεις συμφωνήσει μία διαδρομή κι εσύ την αλλάζεις τότε ελλοχεύουν πολλοί κίνδυνοι. Κι κυριότερος είναι να σπάσει η εμπιστοσύνη των δανειστών προς την χώρα. Να χαθεί η αξιοπιστία μας. Γιατί κανείς δεν δέχεται κάποιον που συναλλάσσεται, να αποφασίζει προς το τέλος της πορείας ν’ αλλάξει κατεύθυνση. Και κυρίως, σ’ αντίθεση με την πλειοψηφία του Ελληνικού λαού. Διότι οι περισσότεροι δεν ήθελαν εκλογές, ακριβώς για να αποφευχθεί ο κίνδυνος ναυαγίου. Μπορεί να γκρίνιαζαν, όμως τους άρεσε έστω και σιωπηλά που η χώρα είχε αρχίσει να μπαίνει σε τάξη. Πως είναι δυνατόν ένας φοιτητής που ξαναρχίζει να πηγαίνει στα μαθήματα του, τώρα ν’ αρχίσει να το σκέφτεται, γιατί με την πιθανή έλευση του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, θα ξαναρχίσει η διάλυση των πανεπιστημίων; Πως είναι δυνατόν ένας φορολογούμενος που ξεκίνησε να πληρώνει τις ρυθμίσεις του, τώρα, να βλέπει άλλους γύρω του, ν’ απειλούν να μην πληρώσουν, γιατί ευελπιστούν ότι η Συριζαϊκή κυβέρνηση θα τα’ αλλάξει όλα; Θα μπορούσα ν’ αναφέρω κι άλλα παραδείγματα. Σε μία όμως θέση θέλω να επιμείνω. Κι αυτό ας το ακούσει η αξιωματική ως τώρα αντιπολίτευση. Δεν ζούμε πια την εποχή της Κενσιανής λογικής σε παγκόσμιο επίπεδο. Δηλαδή της λογικής της θεωρίας του Κεϊνς όπου δίνεται βάρος περισσότερο στην ζήτηση παρά στην προσφορά. Ζούμε μια άλλη εποχή, αυτήν της Σουμπερτιανής. Δηλαδή της θεωρίας του Σούμπετερ. Και το βάρος δίνεται πρώτα στην προσφορά και μετά στην ζήτηση. Που σημαίνει, παράγουμε καινοτομούμε, ερευνούμε, δημιουργούμε και πηγαίνουμε ανταγωνιστικοί στις αγορές. Η συνήθεια των δανεικών τείνει να εκλείψει γενικώς και παγκοσμίως. Όσο πιο αυτάρκης και αυτοπαραγωγική γίνεται μία χώρα τόσο και προοδεύει. Το δημόσιο και ο κρατισμός πρέπει να λιγοστέψουν στα όρια του ελάχιστα αναγκαίου. Έτσι μόνο οι πολίτες – ιδιώτες θ’ απελευθερώσουν την επιχειρηματική τους φαντασία, θα ενεργοποιήσουν την δυναμική δημιουργικότητά τους στην υπηρεσία της πατρίδας. Μίας Ελλάδας νέας που να μάθει να στέκεται στα πόδια της.

Δημοσθένης Δαββέτας

Το άρθρο μου όπως δημοσιεύθηκε από τον Ελεύθερο Τύπο στις 2 Ιανουαρίου με θέμα Το «ναυάγιο» και ο ΣΥΡΙΖΑΗ εκλογική περίοδος σηματοδοτήθηκε στο ξεκίνημα της από ένα δυσάρεστο γεγονός. Πρόκειται για την πυρκαγιά στο πλοίο “Norman Atlantic”, τους νεκρούς και τους αγνοούμενούς του. Το περιστατικό αυτό θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν μια θλιβερή μεταφορά. Το πλοίο είναι η χώρα που πηγαίνει στον προορισμό της: την Ευρώπη και το τέλος του μνημονίου. Και η φωτιά είναι το αποτέλεσμα κάποιων απρόσεκτων ανεύθυνων ενεργειών επιβατών που ταξιδεύουν. Τώρα αν οι επιβάτες είναι πάλι μια μεταφορά του ΣΥΡΙΖΑ, τότε εύκολα κάποιος μπορεί να κάνει τον παραλληλισμό. Εύκολα μια φυσιολογική πορεία της χώρας μπορεί να παρεκτραπεί από την πυρκαγιά. Και εδώ κάποιος μπορεί να ρωτήσει: μα είναι τόσο επικίνδυνα τα πράγματα; Μήπως κινδυνολογείτε; Δυστυχώς όχι. Δεν κινδυνολογώ. Απλά ακτινογραφώ και επισημαίνω την πραγματικότητα. Όταν έχεις συμφωνήσει μία διαδρομή κι εσύ την αλλάζεις τότε ελλοχεύουν πολλοί κίνδυνοι. Κι κυριότερος είναι να σπάσει η εμπιστοσύνη των δανειστών προς την χώρα. Να χαθεί η αξιοπιστία μας. Γιατί κανείς δεν δέχεται κάποιον που συναλλάσσεται, να αποφασίζει προς το τέλος της πορείας ν’ αλλάξει κατεύθυνση. Και κυρίως, σ’ αντίθεση με την πλειοψηφία του Ελληνικού λαού. Διότι οι περισσότεροι δεν ήθελαν εκλογές, ακριβώς για να αποφευχθεί ο κίνδυνος ναυαγίου. Μπορεί να γκρίνιαζαν, όμως τους άρεσε έστω και σιωπηλά που η χώρα είχε αρχίσει να μπαίνει σε τάξη. Πως είναι δυνατόν ένας φοιτητής που ξαναρχίζει να πηγαίνει στα μαθήματα του, τώρα ν’ αρχίσει να το σκέφτεται, γιατί με την πιθανή έλευση του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, θα ξαναρχίσει η διάλυση των πανεπιστημίων; Πως είναι δυνατόν ένας φορολογούμενος που ξεκίνησε να πληρώνει τις ρυθμίσεις του, τώρα, να βλέπει άλλους γύρω του, ν’ απειλούν να μην πληρώσουν, γιατί ευελπιστούν ότι η Συριζαϊκή κυβέρνηση θα τα’ αλλάξει όλα; Θα μπορούσα ν’ αναφέρω κι άλλα παραδείγματα. Σε μία όμως θέση θέλω να επιμείνω. Κι αυτό ας το ακούσει η αξιωματική ως τώρα αντιπολίτευση. Δεν ζούμε πια την εποχή της Κενσιανής λογικής σε παγκόσμιο επίπεδο. Δηλαδή της λογικής της θεωρίας του Κεϊνς όπου δίνεται βάρος περισσότερο στην ζήτηση παρά στην προσφορά. Ζούμε μια άλλη εποχή, αυτήν της Σουμπερτιανής. Δηλαδή της θεωρίας του Σούμπετερ. Και το βάρος δίνεται πρώτα στην προσφορά και μετά στην ζήτηση. Που σημαίνει, παράγουμε καινοτομούμε, ερευνούμε, δημιουργούμε και πηγαίνουμε ανταγωνιστικοί στις αγορές. Η συνήθεια των δανεικών τείνει να εκλείψει γενικώς και παγκοσμίως. Όσο πιο αυτάρκης και αυτοπαραγωγική γίνεται μία χώρα τόσο και προοδεύει. Το δημόσιο και ο κρατισμός πρέπει να λιγοστέψουν στα όρια του ελάχιστα αναγκαίου. Έτσι μόνο οι πολίτες – ιδιώτες θ’ απελευθερώσουν την επιχειρηματική τους φαντασία, θα ενεργοποιήσουν την δυναμική δημιουργικότητά τους στην υπηρεσία της πατρίδας. Μίας Ελλάδας νέας που να μάθει να στέκεται στα πόδια της.           Δημοσθένης Δαββέτας