Ο Νίτσε κι η διψα... για Δύναμη. (Ελεύθερος Τύπος 12.03.2023)

Ο Νίτσε κι η διψα… για Δύναμη.
Μια από τις πιο αινιγματικες μορφές στην ιστορία της φιλοσοφίας, πάντα επίκαιρος και διαχρονικός, είναι ο Φρειδερίκος Νίτσε. Είναι η μόνιμη συνήθης αναφορά ,αρνητικά η θετικά, σε ζητήματα ηθικής, θρησκείας, φιλοσοφίας, ψυχολογίας, πολιτικής κλπ.
Ποιος είναι όμως ο Φρειδερίκος Νίτσε και τι πρέσβευε φιλοσοφικά;
Γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου του 1844 στο μικρό χωριό Ρεκεν της Γερμανίας κοντά στην Λειψία. Ο πατέρας του ήταν Λουθηρανος παστορας κι η μητέρα του επίσης κόρη πάστορα . Όταν ήταν μόλις πέντε χρόνων το 1849 έφυγε από την ζωή ο ιερωμένος πατέρας του. Τον δε επόμενο χρόνο πεθαίνει κι ο αδελφός του. Η μητέρα του έτσι κι η υπόλοιπη οικογένεια του μαζί με την αδελφή του λόγω οικονομικών δυσκολιών μετακομίζουν στο σπίτι της γιαγιάς του στην Νυρεμβέργη. Η οικογενειακή παράδοση κι από τους δύο γονείς τον είχε προετοιμάσει ν’ακολουθήσει θρησκευτική πορεία. Στα πρώτα άλλωστε μαθήματα τα νεανικά του χρόνια στο σχολείο, στο οικοτροφείο που βρέθηκε, παρακολουθησε ,παιδι κι έφηβος ,θεολογικές σπουδές και μουσικές ταυτόχρονα. Εξαιρετικός και ταλαντούχος μαθητής ολα τα μαθητικά του χρόνια, άφησε άριστες εντυπώσεις στους δασκάλους του. Μόλις τελειωσε το 1864 τις σπουδές του στο οικοτροφείο, εισήλθε στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, όπου εκτός των θεολογικών σπουδών που τον προόριζε η οικογένεια του, επίσης παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας. Η σύγκρουση ανάμεσα στην σκληρή θεολογική αγωγή που είχε, ειδικά από τον αυταρχικό χαρακτήρα της μητέρας του και την ελευθερία της αυτογνωσιακης πορείας προς την αυτονομία που του προσέφερε η φιλοσοφία, υπήρξε σκληρή. Ακολούθησε τότε τον επόμενο χρόνο το 1865 τον καθηγητή του φιλοσοφίας Ritschl στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας που μετατέθηκε.
Από τον πρώτο κιόλας χρονο των φοιτητικών του σπουδων ,ο Φρειδερίκος Νίτσε, έδειξε την ευφυή τάση του για στοχασμό και ποίηση. Άλλωστε εδώ πρέπει να σημειωθεί οτι απο νεαρός έφηβος ήδη έγραφε ποίηση και διηγήματα τα οποία φυλασσε προσεκτικά με τάξη η αδελφή του. Ο συνδυασμός λοιπον ποιητικής φλέβας,στοχαστικής διάθεσης, φιλοσοφικής παιδείας και φιλολογικών γνώσεων, δημιούργησαν ενα εκρηκτικό μίγμα δημιουργικότητας στην προσωπικότητα του νεαρού φοιτητή. Ο καθηγητής του το διαπίστωσε αμεσως κι αυτος ηταν ο λόγος που ο Νιτσε ήταν ο μοναδικός φοιτητής που δημοσίευσε στο επιστημονικό περιοδικό του Rheinishes museum. Ηταν την εποχή που ανακάλυψε το έργο του Σοπενχάουερ ” ο κόσμος ως βούληση και παράσταση “. Υιοθετεί αμέσως στις έρευνες του την εννοια της βούλησης και την έννοια της τέχνης ως θεμελιακά στοιχεία για την ανθρώπινη ( προσωπικα και κοινωνικα) εξέλιξη και συμπεριφορά. Ταυτόχρονα εκλήθη για την στρατιωτική του θητεία. Δεν μπόρεσε όμως να την ολοκληρώσει γιατί τραυματίστηκε κι έτσι η θητεία του διεκόπη.
Το εντυπωσιακό του ομως ταλέντο κι η δημιουργική του εφεση δεν έμειναν δίχως επιβράβευση από τον καθηγητή του. Πριν ακόμη τελειώσει τις σπουδές του στην Λειψία, μόλις εικοσιτεσσαρων χρόνων, τον προτείνει να γίνει Καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας στην Ελβετία. Η συστατική επιστολή του καθηγητή του είναι ενθουσιώδης καθότι υμνεί στις Ελβετικές πανεπιστημιακες αρχές την εκπληκτική όπως έγραψε ικανότητα του Νίτσε να κάνει εξ’ισου αριστα πολλα πράγματα. Το 1870 λοιπόν γίνεται καθηγητής. Εκεινη την εποχή ήταν που γνωρισε τον Βαγκνερ ( Wagner ). Γοητευτηκε απο την μουσική του αλλα κυρίως απο το διθυραμβικο στοιχείο της μουσικής του έκφρασης. Τον επισκέφτηκε στο σπίτι του στην Λουκερνη, γνωρίστηκαν, έκαναν παρέα ενω παράλληλα ο Νίτσε πήρε και την Ελβετική υπηκοότητα.
Εκείνη ακριβως την περίοδο εκφράζεται μέσα από την σύνθεση δυο στοιχείων. Παίρνει από τον Σοπενχάουερ την έννοια της τέχνης ως θεραπείας κι απο τον Βαγκνερ την μουσική υπερβατικότητα μιας γαληνιας έντασης. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά τα συνθέτει δημιουργικά μέσα από την προσωπικότητα του και τις πλούσιες κλασσικές του γνώσεις και γράφει το εντυπωσιακο και ταυτοχρονα ανατρεπτικο για την εποχή εκείνη έργο του ” η γένεση της τραγωδίας “. Η σύνθεση της Απολλωνιας τάξης ,των ορίων και της ομορφιάς ,συνυπάρχουν οργανικα κι ισορροπημένα με την Διονυσιακή φρενίτιδα ,την υπερβολή και την κατάρρευσή των ορίων.
Η σχέση του ομως με τον Βάγκνερ δε έμελλε να διαρκέσει. Ο Νιτσε αντιληψθηκε το εμφατικό και τεχνητά δραματικο στοιχείο του Βάγκνερ και το απέρριψε. Δεν ήθελε στομφο και αναπαραστατικοτητα. Ηθελε παραστατικοτητα και σύγκρουση με τις μεγαλοσχημες ιδέες και τα υπερβολικά ιδεώδη. Ο Νιτσε ήθελε να συγκρουστεί με τον κόσμο των ιδεωδών μ’οποία μορφή αυτα εμφανιζοντουσαν.δηλαδή ,θρησκεια, ιδεολογιες, ιδεατες έννοιες κλπ. Οτιδήποτε διαχωριζε γη και ουρανο.φαντασία και πραγματικότητα.,η τα παραδοσιακά ζεύγη καλού-κακού,ωραίο -άσχημο, ιδεωδες-πραγματικότητα,ολ’αυτα τ’αρνιοταν ,θεωρώντας τα ” μηδενισμο”. Ο ορος μηδενισμός του Νίτσε είναι αντίθετος με τον όρο μηδενισμό που συνήθως χρησιμοποιουμε. Δεν πρόκειται για μια μορφή κυνισμού κι άρνηση αξιών ζωής,δεν προκειται για την λογική no future όπως νομίζουμε ,αλλά αντιθέτως πρόκειται για την άρνηση των ιδεωδών που τα θεωρεί μηδενισμό.Ο Νιτσε ζητά επιστροφή στο “πραγματικο” ,στην ζωη,στην καθημερινοτητα. Προκειται για αρνηση μεταφυσικων θυσιών . Κι είναι τοτε ακριβώς που έχει αυτές τις αντιλήψεις που απομακρύνεται απο τον Βαγκνερ. Στα πλαίσια αυτης της” χειραφετησης” του ο Νίτσε γράφει το 1878 το βιβλίο του Ανθρώπινο πολύ Ανθρώπινο. Απο το 1879 δε λόγω κακης υγείας παύει να διδάσκει κι αρχίζει να ζει δύσκολα με κάποια λίγα χρήματα που του έδωσε το Πανεπιστήμιο και κάποια που πήρε από μια κληρονομιά.
Τότε έχουμε την δεύτερη σπουδαία περίοδο του Νίτσε. Την επίδραση του από τον Γαλλικο διαφωτισμό. Και βέβαια το ξεκίνημα γραφής του μνημειωδους έργου του ” τάδε έφη Ζαρατουστρα” το οποίο γράφτηκε σε 4 μέρη από το 1883 ως το 1885) με πολλαπλές στην συνέχεια διορθώσεις. Στα πλαίσια αυτής της προσπαθείας του ,φιλοσοφωντας” με το σφυρί “όπως έλεγε ,σπαζει τον παληο κόσμο των ιδεατων τοπων ,σπαζει τον φλοιό των μεταφυσικών ψευδαισθήσεων κι απελευθερώνει την θέληση για δύναμη . Δηλαδή την θεληση του δυναμαι ,του μπορω, του εχω μεσα μου δύναμη κι ενέργεια και μπορώ να τα ενεργοποιήσω ως κύριος του εαυτού μου προς τον δρόμο μιας πληρότητας του παρόντος. Ο Νίτσε μας φωνάζει πείτε ,ΝΑΙ στην ζωή ,παψτε να ζείτε με τις αγκυλώσεις παρελθόντος και μελλοντος,αγκυλώσεις που σας ζητούν να θυσιαζετε την ζωή σας για ανούσιες ιδεατες προσπάθειες. Πείτε ΝΑΙ στον κόσμο και στο παρόν. Μην βλαστηματε εναντίον της γης και την καταστρέφετε.Ζήστε την amor fati,την αγάπη του πεπρωμένου, αυτου που είναι εδώ μπροστά σας ,της armor fati που είναι η πραγματικότητα του εδώ και τώρα. Ζήστε όπως ο Οδυσσέας που δεν είχε αλλη πραγματικότητα παρα να επιστρέψει στην πατρίδα του, δηλαδή το armor fati του με την Νιτσεικη ορολογία. Όπως οι επικουρειοι κι οι Στωικοί ,ο Νίτσε υμνει την Δύναμη ως δυναμαι ,ως υμνο της ζωής που είναι στις αρμοδιότητες μας. Μεταξύ 1986 και 1988 έγραψε τα σπουδαία έργα του οπως “περα απο το καλο και το κακο”, η Γενεαλογία της Ηθικης” ,χαρούμενη επιστημη”, “το λυκόφως των ειδωλων”, ‘ιδε ο ανθρωπος”κλπ.
Πρότεινε να ζουμε ως “κύριοι” δηλαδή κύριοι του εαυτού μας. Να ζουμε ως καλλιτέχνες δηλαδή δημιουργικά , να είμαστε “αριστοκράτες” δηλ.να υπηρετούμε και να διεκδικούμε το αριστο του εαυτού μας . Κι αν είμαστε έτσι θα ειμαστε αριστοι και στο κοινωνικό σύνολο. Ως ηθική να έχουμε τον αντιιδεαλισμο και την διαρκή κριτική του ιδεατού κόσμου. Όλοι θέλησαν να καπηλευτουν τον Νίτσε, απο τους ακροδεξιούς ως τους ακροαριστερους. Από τους ναζι μέχρι τους ριζοσπαστικούς αριστερούς. Τον είπαν επίσης ηδονιστη κι αναρχικο. Μέχρι και καθοδηγητή του Μαη του ’68 τον έβαλαν . Τίποτα απο ολ’ αυτα δεν ηταν. Χτυπούσε αλύπητα τις αντιδραστικές δυνάμεις ,αυτές που φυλάκιζαν την ζωή στην ιδεολογία., αυτές που ήθελαν να φτιάξουν έναν κόσμο της οικονομίας δίχως πολιτιστικες αξίες . Καταργώντας τον ιδεατό κόσμο ,δεν αρνιόταν την Δύναμη της τέχνης που την θεωρούσε οτι ανήκει στις θετικές δυνάμεις δράσης . Η πολιτική ,ο έρωτας,η ελευθερία των επιθυμιών, του σώματος και του κόσμου των ευαισθησιών, δεν είναι προνόμιο ουτε των ηδονιστων ούτε των αναρχικών δυνάμεων ,για τις οποίες έλεγε οτι αυτοακρωτηριαζουν τα πάθη μέσα στην “παραληρηματικη τους διάσταση και αυτοακυρωνονται μεταξύ τους”. Θεωρούσε μάλιστα τον αναρχισμό ως ” μια μικρή..φτωχοδιαβολων..διψα εξουσίας.”. Κάθε ιδεολογική λοιπόν χρήση του Νίτσε αντιστρατεύεται την φιλοσοφία του. Ο Νίτσε ύμνησε την ζωή οχι ως δυναμη πολιτικής επιβολής εξουσίας όπως τον χρησιμοποιούν λανθασμένα και κακόβουλα διάφορες ιδεολογίες σήμερα. Ύμνησε την ζωή ως δυναμαι ,ως αιώνια Επιστροφή του παρόντος ,ως το τραγούδι της αυτοκυριαρχίας,ως το “μεγάλο στυλ”μιας ηθικής όπου μεσα μας θα μπορέσουν να εναρμονιστούν δημιουργικά οι αντιδραστικές δυνάμεις του εξορθολογισμού με τις δρωσες δυνάμεις μιας γόνιμης αισθητικής.
Δημοσθένης Δαββετας Καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης, ποιητής, εικαστικός, γεωπολιτιστικος αναλυτής.