Η φιλοσοφική διαμάχη για την Κυριακή
Όλη αυτή η διαμάχη που γίνεται γύρω από το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές, βασίζεται σε δύο εξ ορισμού διαφορετικές φιλοσοφίες. Η πρώτη, αυτή που αντιτίθεται στο άνοιγμα, προωθείται κυρίως από τα συνδικάτα και την παραδοσιακή ευρεία Αριστερά. Και βασίζεται στην λογική ότι η περισσότερη εργασία, ειδικά την Κυριακή που είναι μέρα ξεκούρασης για όλους, θα ωφελούσε τα αφεντικά που θα εκμεταλλευόντουσαν ακόμη περισσότερο τους εργαζόμενους. Έτσι οι πλούσιοι θα γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Αυτό το επιχείρημα έχει τις ρίζες του στις αρχές του εικοστού αιώνα με το ξεκίνημα της αριστερής ιδεολογίας, και είναι επιχείρημα της πρώιμης «νεωτερικότητας» που λέει: οι νόμοι να προστατεύουν τους μισθωτούς ενάντια στις υπερβολικές απαιτήσεις των αφεντικών.
Το «σοσιαλιστικό» κράτος μοιάζει έτσι να γνωρίζει άριστα τους εργαζόμενους, να θέλει το καλό τους και να τους προστατεύει. Η δεύτερη φιλοσοφία στηρίζεται στο δικαίωμα της ελεύθερης ατομικής επιλογής. Ο οποιοσδήποτε εργαζόμενος δεν θέλει να ενσωματώνεται απρόσωπα στην «εν-πρόσωπη» μάζα. Δεν θέλει να αποφασίζουν οι διάφοροι προστάτες αριστεροί «άγγελοι» για το τι είναι ή όχι καλό και ωφέλιμο για τον ίδιο. Ειδικά οι νέοι που έχουν σπουδές την βδομάδα περιμένουν πως και πως την ευκαιρία να δουλέψουν τις Κυριακές για να βγάλουν το χαρτζιλίκι τους ή και κάτι περισσότερο. Αυτά τα «άτομα» εξοργίζονται και αναρωτιούνται: ποια είναι τα συνδικάτα και οι Αριστεροί προστάτες που θα αποφασίσουν για μένα; Η προσωπική, ιδιωτική απόφαση, εφόσον δεν κάνει κακό στην κοινωνία ( και η συνειδητή απόφαση του να δουλέψει κάποιος περισσότερο δεν βλάπτει) αφορά τον ίδιο που θα το αποφασίσει. Αυτή η φιλοσοφία είναι γνωστή ως «μετανεωτερική» ή «μετα-μοντέρνα».
Έτσι δύο απόψεις μάχονται για την Κυριακή: η πρώτη που δηλώνει νεωτερική αλλά είναι στην πράξη αντι-σύγχρονη και που παίρνει τα άτομα σαν ζόμπι, σαν κλώνους, μίας μάζας που μοιάζει με συλλογικό πρόσωπο. Και η δεύτερη που είναι σύγχρονη αρνείται την προστατευτική ηθικολογία, και στηρίζεται στην λογική ότι το ελεύθερο άτομο είναι καλό να φύγει από την «προστασία της μαμάς» να βγει στη ζωή, να μεγαλώσει, να ωριμάσει και να μάθει τον εαυτό του και τα όρια του μέσα από τα βιώματα της καθημερινότητας. Η πρώτη άποψη κατηγορεί την δεύτερη για κίνδυνο ατομικισμού. Ενώ η δεύτερη απαντά στην πρώτη, ότι, με το να θέλει να προστατεύσει σφιχτά την ζωή του ελεύθερου ατόμου, το πνίγει, το αφήνει αν-εξέλιγκτο, και τελικά παίρνει την θέση αυτού που μάχεται. Γίνονται οι προστάτες αφεντικά. Όπως οι «κακοί» καπιταλιστές εκμεταλλεύονταν και στερούν την ελευθερία από τους εργαζόμενους, το ίδιο και οι «προστατευτικοί» στα πλαίσια της ασφυχτικής υπερ-προστασίας τους, γίνονται τα «κακά» αφεντικά που αποφασίζουν για τους άλλους και τους στερούν το δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής.
Δημοσθένης Δαββέτας