Κάρολος Μπωντλαιρ. Ο ευλογημένος ποιητής της Μοντέρνας Τέχνης.

Κάρολος Μπωντλαιρ. Ο ευλογημένος ποιητής της Μοντέρνας Τέχνης.
(Ελεύθερος Τύπος 15.05.2021)
Μεθύστε με ποίηση.
Φέτος γιορτάζονται τα 200 χρόνια απο την Γέννηση του μεγάλου Γάλλου ποιητή, παγκόσμιας διαχρονικής ιστορικής αξίας, του Καρόλου Μπωντλαιρ. Τι περίεργη συγκυρία! Την ίδια χρονιά που πεθαίνει ο Μ.Ναπολέοντας ,αυτός που έβαλε τις θεσμικές βάσεις της σύγχρονης Γαλλίας ως εκφραστής της Γαλλικής επανάστασης κι αυτός που όπως δείχνουν οι ενδείξεις είχε ελληνικές ρίζες, την ίδια χρονιά ξεσπά επισήμως κι η Ελληνική επανάσταση που δημιούργησε την σύγχρονη Ελλάδα, αλλά και την ίδια χρονιά γεννιέται ο Μπωντλαιρ ,ο πιο Ισως τότε ένθερμος υποστηρικτής της Μοντέρνας ζωής. Τρομερό έτος το 1821.
Ο Μπωντλαιρ γεννήθηκε στο Παρίσι την 9η Απριλίου του 1821. Γεννήθηκε απο μια οχι συνηθισμένης ηλικίας σχέση. Ο πατέρας του ήταν ήδη 60 χρονών κι η μητέρα του 26 όταν παντρεύτηκαν. Ήταν κι οι δύο τους γόνοι αριστοκρατικών κύκλων και κινούνταν σ’αυτούς. Ο πατέρας του ήταν μορφωμένος, ερασιτέχνης ζωγράφος κι αφοσιωμένος στα ιδανικά του Διαφωτισμού.Ώσπου να πεθάνει το 1827, έδωσε σπουδαία πολιτιστική κληρονομιά στον γυιο του ,ο οποίος ,είχε απο παιδί επαφή με γράμματα ,τέχνες και ζωγραφική. Είχε κάποιες ελάχιστες εικόνες απο τον πατέρα του που όμως ,όπως θα δούμε στην συνέχεια ,καθάρισαν σε μεγάλο βαθμό την δημιουργική πορεία του νεαρού Καρόλου. Η απουσία του Πατέρα ήταν η βάση πάνω στην οποία το ταλέντο κι η οξεία ευαισθησία Μπωντλαιρ θα κινούνταν. “Απο παιδι δυο συναισθηματα αντιμαχονταν στην καρδια μου: η φρικη της ζωης και η εκσταση της ζωης” λεει ο ιδιος στο κειμενο του ” η καρδια μου ξεγυμνωμενη” . Κι ήταν αυτα ακριβώς τα δυο συναισθήματα που καθόρισαν σ’ολη του την ζωή 1,την σχέση με την μητέρα του ,2 την σχέση με την Ποίηση και την ζωγραφική ,3, την σχέση του με τον νέο κόσμο ,τον μοντέρνο, αυτον της νεωτερικότητας.
Ενα χρονο μετα τον θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του παντρεύτηκε τον συνταγματάρχη Οπικ. Αυτήν την πράξη δεν της την συγχώρεσε ποτε ο Μπωντλαιρ. Κι αυτό γιατί μετα τον θάνατο του γονιού του ,η μητέρα του είχε πάρει τις διαστάσεις μιας ιερειας γι’αυτον. Την λάτρευε και την ταύτιζε με την Ποίηση, το όνειρο, την ασφάλεια, γενικώς με ενα μικρό προσωπικό του “παραδεισο” χωρίς δυστυχία και προβλήματα. Η χαρά της παιδικής του ηλικίας ηταν αυτη και μαζί της η ηλικιωμένη υπηρέτρια τους για την οποία τελευταία μάλιστα έγραψε και ενα τραγούδι. Κι η αγάπη για την μητέρα του,μετά τον νέο γάμο της έγινε μίσος που διήρκεσε σ’ολη του την ζωή. Το 1832,επειδή μεταδόθηκε η χολέρα στο Παρίσι, στάλθηκε ως εσωκλειστος σ’ενα ιδιωτικά σχολείο. Το δε 1836 φοίτησε στο Λύκειο του Μεγάλου Λουδοβίκου. Ήταν πολύ καλός μαθητής αλλά αντιδρούσε πάντα σ’οτι αφορούσε τους περιορισμούς και την πειθαρχία. Γι’αυτό και το 1839 τον έδιωξαν απο το σχολείο κι έτσι επέστρεψε σπίτι του. Ο εξεγερμένος χαρακτήρας του και η διαρκής αντίθεση του του με τον πατριό του και την μητέρα του, δημιουργούν μια δυσάρεστη κατάσταση στην οικογένεια του Ο νεαρός είναι ανυπόφορος. Γι’ αυτό του παραχωρούν την ελευθερία που τόσο ήθελε κι επίσης του δίνουν χρήματα για να κινηθεί. Κι εκείνος το εκμεταλλεύεται ακολουθώντας τι ζητούσε η ψυχή του: πηγαίνει κατευθείαν στο Καρτιε-Λατεν όπου ήταν το στέκι των καλλιτεχνών, των μποεμ και των ποιητών. Ζει έντονα κατι που για τους γονείς του θεωρείται κραιπάλη. Για να τον αποτραβηξουν απο αυτήν την ζωή του και γνωρίζοντας οτι στον νεαρό Καρολο αρέσουν τα ξωτικά ταξίδια του προτείνουν να σαλπάρει για την Καλκουτα της Ινδίας. Το ταξίδι όμως δεν ολοκληρώθηκε μιας κι ο Μπωντλαιρ με την πρώτη ευκαιρία επέστρεψε στο Παρίσι. Προτιμούσε να ονειρεύεται τα ταξίδια παρα να τα κάνει. Έντονα ονειροπόλος και βαθιά ποιητής αντιλαμβάνεται την αξία της ποίησης . Μεσα απο αυτήν μπορούσε να ταξιδέψει παντού,να μεθύσει απο ζωή ,να γνωρίσει πρόσωπα και καταστάσεις πρωτόγνωρες. Δεν ήταν μόνο οι λέξεις στην σελίδα που τον ενδιέφερε. Πάνω απ’ολα ήθελε κάθε του λέξη που θα έγραφε να ήταν γέννημα μιας διχως οριας εσωτερικης μεθης ,γεννημα ενός ταξιδιού στα μυστικά και στα μυστήρια της ομορφιάς, γέννημα της ποίησης ,δηλαδή της δυνατότητας του ποιητή να σκάβει στα βάθη της γλώσσας και ν’ανακαλυπτει απίθανους κόσμους,τύπους,πρόσωπα, πράγματα ,τα οποία και θα έφερνε στο φως μέσω της μαεστριας των λέξεων. Ο Μπωντλαιρ στο Παρίσι έχει βρει πλέον την ταυτότητα του,αυτήν τοι ποιητή, με την ουσιαστική έννοια του ταξιδευτή ,ο οποίος βιώνει με πάθος ,γλέντια,διασκεδασεις και πνευματική μέθη την ζωή πλήρως ,δηλαδή ως εξωτερική κι εσωτερική πραγματικότητα . Το απραγματοποιητο ταξίδι στην Ινδία,ερεθισε πολύ την φαντασία του και την έμπνευση του μ’αμεση συνέπεια, ήδη απο τα πρώτα του κείμενα ,η αγάπη του για την θάλασσα και τους εξωτικούς τύπους να εμφανιστούν. Βέβαια όλα αυτά τα φυσικά στοιχεία στην ποίηση του Μπωντλαιρ ,δεν ηταν τίποτα περισσότερο παρα η αφορμή ώστε το πραγματικά κι αισθητο να γίνει το πέρασμα για το υπεραισθητο, για όραμα, γι’αυτογνωσία,για την πνευματική άσκηση και περιπέτεια.
Ήταν τότε που γνώρισε την νεαρή μιγαδα Ζαν Ντυβαλ ,η οποία θα τον μυήσει στην χαρά και τον πόνο της ηδονής.Υπήρξε η μούσα ενός μεγάλου μέρους του έργου του αλλά και αυτή που τον πλήγωσε βαθιά. Γλεντούσε και ξόδευε μαζί της τα χρήματα που του άφησε ο πατέρας του. Μέχρι που κάποια στιγμή αυτά τελείωσαν. Δανδης και τελείως χρεωμένος ,το 1842 τίθεται υπό δικαστική επιτήρηση. Η ζωή του πλέον είναι άθλια. Η μόνη του διέξοδος είναι η γραφή. Είναι τότε που αρχίζει να συνθέτει πληθώρα ποιημάτων, τα οποία θ’αποτελέσουν το υλικό για την μια και μοναδική αλλα παγκόσμια διάσημη ποιητική του συλλογή “τ’ανθη του κακου” Ταυτόχρονα ψάχνει εναγωνίως πόρους αλλα και αισθητικές διεξόδους στις καλλιτεχνικές του αναζητήσεις. Δουλεύει ως δημοσιογράφος κι ως κριτικός Τέχνης.
Στο πολύ σημαντικό του δοκίμιο “Ο ζωγράφος της μοντέρνας ζωής” πραγματεύεται ποικίλα θέματα που τον απασχολούν σε σχέση με την αισθητική.
Με επίκεντρο τον εξαίρετο ζωγράφο Constantin Guys, τον οποίο βέβαια δεν κατονομάζει, μετά από επιθυμία του ίδιου του ζωγράφου να διατηρήσει την ανωνυμία του, αλλά εκθειάζει, περιπλανιέται αναμεσα στον δανδισμο,την μοδα, την ομορφιά και την ηθική ( moral). Τα κείμενα του ως κριτικός Τέχνης αναγγέλλουν τον ιμπρεσσιονισμο πριν εμφανιστεί, μιλούν για την καλλιτεχνική αξία της μόδας και των γελιογραφιών ,οι οποίες ως τότε δεν θεωρούνταν έργα τέχνης. Παίρνει ανοικτά θέση υπέρ της φωτογραφίας ,οταν αυτή εμφανίστηκε και δίχασε τον κόσμο της Τέχνης.
Η ποίηση ως ομορφιά , η ποίηση ως ενα πέπλο που τυλίγει όλη την καθημερινή ζωή και την μεθα ακατάπαυστα είναι για τον Μπωντλαίρ μία ομορφιά που έχει πολλά προσωπα , πολλές ερμηνείες. Η διεισδυτική και επαναστατική ματιά του, στα πεπραγμένα,ως ενα ειδος”εκπροσωπου τυπου” του καιρού του με ειλικρίνεια και χωρίς ωραιοποιήσεις, θα ανοίξει τα χαρτιά της κριτικής του και θα φανερωσει το πως η τέχνη οφείλει να βαδίσει έτσι ώστε ο άνθρωπος να αποτελέσει κομμάτι της και να γίνει κοινωνός της. Σε αυτό τον δρόμο, τον ανηφορικό και δύσβατο.Ο μοντερνος ανθρωπος για τον Μπωντλαιρ,ταξιδευει παντού σε αναζήτηση του εφήμερου, των φευγαλέων μορφών ομορφιάς της συγρονης,της νεωτερικότητας.
“Όλα εκείνα που στολίζουν τη γυναίκα, όλα όσα αυξάνουν την ομορφιά της, είναι κομμάτι του εαυτού της”, γραφει.
Ο γνήσιος καλλιτέχνης, αυτος που ξέφυγε από κανόνες, εξέφρασε από πολυ νωρίς την αριστοκρατική ποιητικη του ματιά,στην λεπτομερεια της παρατηρησης:”στην δαντελίτσα μιας ομπρέλας, σ’να μυτερό γοβάκι,στον.ον αστραφτερό τροχό μιας άμαξας, τη λεία ράχη ενός αλόγου” .
Το 1848 συμμετέχει στην επανάσταση των οδοφραγμάτων , προτρέποντας μάλιστα όπως λέγεται τους επαναστάτες να πυροβολήσουν τον πατριό του .
Απο το 1857 αρχίζουν οι δημοσιεύσεις της φημισμένης ποιητικής του συλλογής “τ’ανθη του κακου”. Πρόκειται για συλλογή ποιημάτων που διέπεται απο το δημιουργικά στοιχείο της διεύρυνσης. Αντι να πέσει στην παγίδα της κυριαρχίας του επισήμως αποδεκτού “καλου”, αυτου που ήταν εναρμονισμένο με την κυριαρχούσα ηθική, ο Μπωντλαιρ ,εισάγει το απαγορευμένο και καταραμένο “κακο” στην ποίηση (του). Διευρύνει τους ορίζοντες της εξορυγνυοντας απο το επισήμως θεωρούμενο “κακο” ,την θετική του πλευρά ,τα άνθη του. Η ποίηση για τον τεράστιο αυτον ποιητή δεν ειναι “ηθικολογια” αλλα δημιουργία που αναδύεται απο παντού και δεν εμπίπτει σε ηθικές διακρίσεις. Μας θυμίζει λίγο το ” περα απο το καλο και το κακο ” του Νίτσε.Τον ονόμασαν καταραμένο ποιητή ,ενώ εγω θα τον αποκαλούσα Ευλογημένο ποιητή.
Η πρώτη έκδοση καταδικάζεται μερικώς για προσβολή ηθών. Απο την δεύτερη εκδοση το 1861λειπουν 6 λογοκριμενα ποιήματα του.Την τρίτη έκδοση το 1868 δεν την πρόλαβε γιατί πέθανε το 1867 απο αφασία. Η δικαστική απόφαση απαγόρευσης κάποιων ποιημάτων του μεγάλου ποιητή άρθηκε το 1949. Παρα την ακραία αντισυμβατική ζωή του ονειρευόταν πάντα να γίνει μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας ως επιβράβευση του ταλέντου και της προσπάθειας του.
Δημοσθένης Δαββετας Καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης ,ποιητής. Εικαστικός, γεωπολιτιστικος αναλυτής.
May be an image of 2 people